«Το διαρκώς εντεινόμενο φαινόμενο διεξαγωγής τηλε-δικών» από δικηγόρους «οι οποίοι, κατά παράβαση της αρχής της μυστικότητας της ποινικής προδικασίας δίνουν στη δημοσιότητα στοιχεία δικογραφιών, είναι καταδικαστέο», καθώς «η μυστικότητα της ποινικής προδικασίας και ο σεβασμός του τεκμηρίου αθωότητας, συνιστούν θεσμικές εγγυήσεις και κάθε παραβίασή τους από δικηγόρους συνιστά ποινικά και πειθαρχικά ελεγκτέα συμπεριφορά».
Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή του το διοικητικό συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου της Αθήνας (ΔΣΑ), σημειώνοντας ότι προτίθεται να προβεί «σε όλες τις νόμιμες ενέργειες» για την προάσπιση του κύρους του δικηγορικού λειτουργήματος.
Επιπλέον, με την ανακοίνωσή του, ο ΔΣΑ θέτει εκ νέου στη κυβέρνηση και το υπουργείο Δικαιοσύνης, το αίτημά του για άμεση τροποποίηση των πειθαρχικών διατάξεων του Κώδικα Δικηγόρων, «ώστε να επανέλθει σε ισχύ η δυνατότητα της αυτεπάγγελτης κίνησης της πειθαρχικής διαδικασίας από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, η πενταετής παραγραφή των πειθαρχικών παραπτωμάτων, όπως ίσχυαν προ των τροποποιήσεων του ν. 4745/2020, καθώς και οι λοιπές προτάσεις που έχουν καταθέσει στο υπουργείο Δικαιοσύνης οι δικηγορικοί σύλλογοι της χώρας».
Αναλυτικά η ανακοίνωση έχει ως εξής:
Συγκεκριμένα, η ανακοίνωση που εξέδωσε το διοικητικό συμβούλιο του ΔΣΑ «με αφορμή την πρόσφατη την παρουσία δικηγόρων στα ΜΜΕ» αναφέρει τα εξής:
«1. Είναι απερίφραστα καταδικαστέα και πειθαρχικά ελεγκτέα κάθε συμπεριφορά δικηγόρου, που μέσω των ΜΜΕ, επιδιώκει αθέμιτη διαφήμιση και άγρα πελατείας. Οι συμπεριφορές αυτές απάδουν στο κύρος και την αξιοπρέπεια του δικηγορικού λειτουργήματος και αμαυρώνουν την εικόνα του σώματος. Είναι εξίσου καταδικαστέα κάθε προσβλητική λόγω και έργω συμπεριφορά δικηγόρου απέναντι σε διαδίκους, συναδέλφους, ή το ευρύ κοινό. Ανάλογες συμπεριφορές, οι οποίες προκαλούν την κοινωνία και τραυματίζουν τη δημόσια εικόνα και το κύρος του δικηγορικού σώματος, θα βρουν σθεναρά απέναντί τους το παρόν Δ.Σ. και την συντριπτική πλειονότητα των συναδέλφων. Ο Κώδικας Δικηγόρων και ο Κώδικας Δεοντολογίας Δικηγορικού Λειτουργήματος, πρέπει να τηρούνται απαρέγκλιτα από όλους.
2. Το διαρκώς εντεινόμενο φαινόμενο διεξαγωγής τηλε-δικών από συναδέλφους, οι οποίοι, κατά παράβαση της αρχής της μυστικότητας της ποινικής προδικασίας δίνουν στη δημοσιότητα στοιχεία δικογραφιών, είναι καταδικαστέο. Η μυστικότητα της ποινικής προδικασίας και ο σεβασμός του τεκμηρίου αθωότητας συνιστούν θεσμικές εγγυήσεις και κάθε παραβίασή τους από δικηγόρους συνιστά ποινικά και πειθαρχικά ελεγκτέα συμπεριφορά. Είναι αυτονόητο ότι οι δίκες πρέπει να διεξάγονται μόνον στα δικαστήρια, ενώπιον του φυσικού δικαστή τηρουμένων των δικονομικών εγγυήσεων που προβλέπει η έννομη τάξη. Η πραγματοποίηση τηλε-δικών, στο μέτρο που εκφεύγει των θεμιτών ορίων πληροφόρησης του κοινού, και εκτρέπεται σε διαδικασία δημόσιας διαπόμπευσης και καταδίκης, καθ’ υπονόμευση του τεκμηρίου αθωότητας, βρίσκεται εκτός του νομικού μας πολιτισμού. Έτσι, τόσο ΜΜΕ, όσο και δικηγόροι που αναπαράγουν το φαινόμενο, οφείλουν να απέχουν από τέτοιου χαρακτήρα στάσεις και συμπεριφορές. Η ευθύνη βαρύνει όλους και πρέπει άμεσα αυτό να σταματήσει. Επίσης τα ΜΜΕ οφείλουν να σέβονται τον ρόλο του υπερασπιστή δικηγόρου και την ενάσκηση των καθηκόντων του, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με την εκπροσώπηση του εντολέα του.
3. Το ΔΣ του ΔΣΑ θέτει εκ νέου μετ’ επιτάσεως το πάγιο αίτημα του δικηγορικού σώματος, προς την κυβέρνηση και το υπουργείο Δικαιοσύνης, να τροποποιήσει άμεσα τις πειθαρχικές διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων, ώστε να επανέλθει σε ισχύ η δυνατότητα της αυτεπάγγελτης κίνησης της πειθαρχικής διαδικασίας από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο του οικείου δικηγορικού συλλόγου, η πενταετής παραγραφή των πειθαρχικών παραπτωμάτων, όπως ίσχυαν προ των τροποποιήσεων του ν. 4745/2020, καθώς και οι λοιπές προτάσεις που έχουν καταθέσει στο υπουργείο Δικαιοσύνης οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της Χώρας.
Σε κάθε περίπτωση, το ΔΣ του ΔΣΑ θα προβεί σε όλες τις νόμιμες ενέργειε, για την προάσπιση του κύρους του λειτουργήματος».