Την εκτίμηση ότι η «πράσινη» μετάβαση αναμένεται να δημιουργήσει «κάποια καινούργια επαγγέλματα», εκ των οποίων ορισμένα θα έχουν άμεση σχέση με την τεχνολογία, και άλλα με τη διάδραση και την επικοινωνία με τις τοπικές κοινωνίες, που επηρεάζονται από τις εξελίξεις (όπως η απολιγνιτοποίηση), διατύπωσε σήμερα η Στελίνα Χατζηχρήστου, εμπειρογνώμων του Cedefop στο Τμήμα Δεξιοτήτων και Αγοράς Εργασίας, απευθυνόμενη σε ακροατήριο προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας (ΠΑΜΑΚ). Οι φοιτητές επισκέφτηκαν τις εγκαταστάσεις του αποκεντρωμένου ευρωπαϊκού οργανισμού, συνοδευόμενοι από τον καθηγητή Ευρωπαϊκής Διακυβέρνησης στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του ΠΑΜΑΚ, Δημήτρη Σκιαδά, κάτοχο της Έδρας Jean Monnet και επισκέπτη ερευνητή στο Κέντρο για τη Μελέτη της Ευρώπης του Πανεπιστημίου της Βοστόνης.
«Υπάρχουν κάποια επαγγέλματα που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση, τα οποία κυρίως αφορούν τον ερευνητικό τομέα και θέσεις εργασίας με τεχνικό προφίλ, χωρίς τα οποία δεν θα μπορέσουμε να κάνουμε αυτή τη μετάβαση (…) Επιπλέον, περιμένουμε να υπάρξουν κάποια καινούργια επαγγέλματα. Κάποια από αυτά θα έχουν άμεση σχέση με την τεχνολογία, αλλά θα υπάρξουν και άλλα, σχετικά με τη διάδραση και την επικοινωνία με τους πολίτες», γιατί η τοπική κοινωνία χρειάζεται να αντιληφθεί τις διάφορες παραμέτρους της αλλαγής, σημείωσε η κα Χατζηχρήστου, σύμφωνα με την οποία το Cedefop διερεύνησε τι γίνεται στο πεδίο της πράσινης μετάβασης σε διάφορους κλάδους, με πρώτο τομέα τις πόλεις. Κι αυτό διότι οι πόλεις είναι -όπως είπε- η «μήτρα» κάθε μετάβασης, καθώς συγκεντρώνουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ο οποίος υφίσταται εντονότερα τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά θα ωφεληθεί και από τις λύσεις. Στην πράσινη μετάβαση, συμπλήρωσε, αναφερόμενη στις πολιτικές της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, «χρειάζεται να τρέξουμε ένα σπριντ, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που ήδη νιώθουν την αλλαγή ή θα τη νιώσουν πολύ γρήγορα».
Κενό ψηφιακών δεξιοτήτων για το 52% των ενηλίκων στην ΕΕ
Όσον αφορά την ψηφιακή μετάβαση, η εμπειρογνώμων του Cedefop είπε πως αυτή είναι πρώτα και κύρια μετάβαση δεξιοτήτων. Επικαλούμενη τα προκαταρκτικά ευρήματα σχετικής μελέτης του Κέντρου (ESJ Survey), επισήμανε ότι το 52% των ενηλίκων στην EE+ αντιμετωπίζουν σήμερα κενό ψηφιακών δεξιοτήτων, τη στιγμή που σχεδόν εννέα στους δέκα Ευρωπαίους (87%) εργαζόμενους χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές στη δουλειά τους, ενώ η πανδημία έχει επιταχύνει μια σειρά από εξελίξεις: η ψηφιακή επικοινωνία έχει αυξηθεί κατά 46% σε σχέση με την προπανδημική περίοδο, η χρήση ψηφιακών τεχνολογιών για κάποιες εργασίες κατά 39% και η online μάθηση που σχετίζεται με την εργασία κατά 36%.
Αναφέρθηκε ακόμα στις τάσεις που διαμορφώνονται γύρω από τα τυπικά προσόντα (hard skills) και τις οριζόντιες δεξιότητες (soft skills) στην Ευρώπη, μετά και την «απελευθέρωση» της δύναμης των Μεγάλων Δεδομένων. Σύμφωνα με διάγραμμα που παρουσίασε, επικαλούμενη άλλη μελέτη του Cedefop (https://www.cedefop.europa.eu/files/9157_el.pdf), ραγδαία ανάπτυξη σε σχέση με το 2020 γνώρισε το 2021 η ζήτηση για δεξιότητες που σχετίζονται με την ανάπτυξη λογισμικού, τη διαχείριση και ανάλυση ψηφιακών δεδομένων, τον δημιουργικό σχεδιασμό και τα χρηματοοικονομικά, την τραπεζική και την ασφάλιση. «Μικρή ανάπτυξη» σημειώθηκε στη ζήτηση για επαγγελματικά προσόντα που σχετίζονται με την ψηφιακή συνεργασία, το μάνατζμεντ και τη διοίκηση, τα δίκτυα και τις βάσεις δεδομένων, το μάρκετινγκ και τη διαφήμιση, την εξυπηρέτηση πελατών, τον προγραμματισμό κ.ά.
H κα Χατζηχρήστου επισήμανε ακόμα ότι οι πληροφορίες γύρω από τις δεξιότητες (skills intellingence) είναι κάτι πολύ παραπάνω από «απλά πληροφορίες», αφού επιτρέπουν να ταυτοποιηθούν οι τάσεις κλειδιά και η ζήτηση στην αγορά εργασίας, να προβλεφθούν οι ανάγκες για δεξιότητες και να αντιμετωπιστούν κενά και λανθασμένη αντιστοίχιση επαγγελματικών προσόντων και θέσεων εργασίας, να γίνουν οι αναγκαίες προσαρμογές στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, αλλά και να δίδεται η αντίστοιχη εκπαιδευτική και επαγγελματική καθοδήγηση και συμβουλευτική.
Ισχυρές επιδόσεις παρουσιάζει κατά τη διάρκεια της πανδημίας το Cedefop, όπως επισήμανε ο εκτελεστικός διευθυντής του, Γιούργκεν Σίμπελ (Jürgen Siebel). Ενδεικτικό είναι ότι κατά τη διάρκεια της Covid-19 έγιναν περίπου 518.000 downloads δημοσιεύσεων του Κέντρου, ενώ οι επισκέψεις στον ιστοτόπο του αυξήθηκαν το 2021 κατά 23% και οι ακόλουθοί του σε Facebook και Twitter έγιναν περισσότεροι κατά 8% και 11% αντίστοιχα. Επιπλέον, οι αναφορές σε έγγραφα πολιτικής του Κέντρου σημείωσαν αύξηση κατά 18%. Ο κ.Siebel υπενθύμισε ακόμα ότι το Cedefop είναι ένας από τους παλαιότερους αποκεντρωμένους οργανισμούς της ΕΕ, καθώς ιδρύθηκε το 1975 με έδρα το Βερολίνο και μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1995, με στόχο την προαγωγή της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, σε συνεργασία με την Κομισιόν, τα κράτη-μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους. Ο προϋπολογισμός του ανήλθε το 2021 στα 19 εκατ. ευρώ και παρουσιάζει ρυθμό εφαρμογής του (προϋπολογισμού) της τάξης του 100%. Ο κ.Σίμπελ επισήμανε ακόμα ότι, παρά τον εσωτερικό ανταγωνισμό που υπάρχει συχνά μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών, οι οποίοι όμως τελικά λειτουργούν σαν μηχανή οικοδόμησης συναίνεσης, το Cedefop έχει ισχυρό ρόλο στη χάραξη πολιτικής για την ΕΕΚ. Πρόσθεσε δε, ότι ναι μεν η πρόοδος στους ευρωπαϊκούς θεσμούς θεωρείται από πολλούς ως σταδιακή, αργή και γραφειοκρατική, αλλά τελικά η πόλη στην οποία ο ίδιος έχει γεννηθεί μπορεί να έχει περισσότερους δημοσίους υπαλλήλους απ’ ό, τι η ΕΕ ως θεσμός.
«Η λέξη-κλειδί είναι οι δεξιότητες. Αυτό χρειάζεται και προσφέρει η ΕΕ. Έχουμε τη γνώση, έχουμε τις ικανότητες που θα εξελιχθούν σε δεξιότητες, οι οποίες με τη σειρά τους θα πιστοποιηθούν ως επίσημα επαγγελματικά προσόντα. Αυτό είναι που κάνει το Cedefop και σε αυτό το σχήμα η ανώτερη εκπαίδευση έχει πολλά να προσφέρει. Το Cedefop έχει ρόλο-κλειδί να διαδραματίσει στην προσφορά δεξιοτήτων στους Ευρωπαίπους πολίτες» είπε ο κ.Σκιαδάς, απευθυνόμενος στους πέντε μεταπτυχιακούς και 24 προπτυχιακούς (τέταρτο έτος και άνω) φοιτητές του ΠΑΜΑΚ, που επισκέφτηκαν το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop), παρουσία και της επίκουρης καθηγήτριας Σοφίας Μπουτσιούκη. Την επικοινωνιακή στρατηγική του Cedefop, αλλά και τα διαθέσιμα εργαλεία που μπορούν να αξιοποιήσουν οι επισκέπτες του ιστοτόπου του, παρουσίασε ο επικεφαλής του Τμήματος Επικοινωνίας, Γκερντ Όσκαρ Μπάουζεβάιν (Gerd Oskar Bausewein).