Μαίνεται το θρίλερ στην Πάτρα: Γιατί μπορεί να μην πάρουμε ποτέ απαντήσεις για τον χαμό των τριών κοριτσιών

Πού στρέφονται οι αρχές

Γιατροί, ιατροδικαστές, ακόμη και εγκληματολόγοι έχουν μιλήσει σχετικά με το μυστήριο που πλανάται γύρω από τους θανάτους των τριών παιδιών από την Πάτρα που έχει εξελιχθεί -και όχι άδικα- σε θρίλερ.

 

 

 

Κανείς δεν μπορεί να δώσει μια εξήγηση αναφορικά με τα αίτια που οδήγησαν τα τρία αγγελούδια στο θάνατο. Το τμήμα Ανθρωποκτονιών που έχει αναλάβει την υπόθεση, περιμένει να συλλέξει όλα τα στοιχεία προκειμένου να ξεκινήσει την έρευνα στην ουσία της η οποία θα συνοδεύεται φυσικά και από καταθέσεις.

Κι’ όμως παρά το γεγονός των όσων προαναφέραμε, η υπόθεση με τους θανάτους των τριών παιδιών μπορεί να μην εξιχνιαστεί πότε.

Τι θα ερευνήσει η ΕΛ.ΑΣ.

Το πιο σημαντικό στοιχείο που θα ερευνήσει η ΕΛ.ΑΣ στην μυστηριώδη υπόθεση
«H εννιάχρονη Tζωρτζίνα εμφάνισε (σ.σ. την ώρα που άφηνε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο Αγλαΐα Κυριακού) βραδυκαρδία και ο απινιδωτής λειτούργησε ως βηματοδότης. Όταν έπαψε να πηγαίνει οξυγόνο στην καρδιά δεν μπορούσε να βοηθήσει ο απινιδωτής», όπως ανέφερε ο ο δημοσιογράφος Βασίλης Λαμπρόπουλος.

Οι αναφορές αυτές, σε συνέντευξη σε τηλεοπτικό σταθμό του διευθυντή του παιδοκαρδιολογικού τμήματος του Ωνασείου, κ Ιωάννη Παπαγιάννη επιβεβαιώνει κατά απόλυτο τρόπο την αποκάλυψη του in.gr και του Mega ότι οι καταγραφές της εν λόγω συσκευής που είχε τοποθετηθεί για τον εντοπισμό αρρυθμιών στην καρδιά, ενεργοποιήθηκε για πρώτη και τελευταία φορά – λόγω βραδυκαρδίας – λίγα δευτερόλεπτα πριν από τον θάνατο του άτυχου κοριτσιού.

Μία κρίσιμη αναφορά και καταγραφή, που αναμένεται να μπει στο μικροσκόπιο των στελεχών του Τμήματος Εγκλήματος Κατά ζωής που ερευνούν τις συνθήκες θανάτου του άτυχου κοριτσιού όπως και των δύο αδελφών της 3,5 ετών και 7 μηνών που έχουν αποβιώσει τους τελευταίους 33 μήνες στην Αθήνα αλλά και στην Πάτρα.

Όπως υπογράμμισε ο κ. Παπαγιάννης η αφού ανέφερε πως «σε εμάς ήρθε πέρσι τον Μάιο για τοποθέτηση απινιδωτή», αφού είχε υποστεί επεισόδια ανακοπής, σημείωσε ότι «νοσηλεύτηκε 3-4 εβδομάδες και δεν διαπιστώθηκε ανατομικό ή λειτουργικό πρόβλημα».

«Με το δεδομένο των δύο προηγούμενων θανάτων συμφωνήσαμε να τοποθετηθεί ο απινιδωτής ο οποίος δεν κατέγραψε επικίνδυνη αρρυθμία» πρόσθεσε. Μέχρι βεβαίως εκείνη την ώρα που η 9χρονη άφησε την τελευταία της πνοή.

Με καρδιοχειρουργούς να επισημαίνουν, μιλώντας προς τον διαδικτυακό τόπο μας, ότι «σε ένα μικρό κορίτσι σαν την Τζωρτζίνα που είχε ελεγχθεί ενδελεχώς από τος γιατρούς, που δεν είχε εμφανίσει το τελευταίο χρονικό διάστημα καταγεγραμμένες καρδιολογικές αρρυθμίες που δεν φαίνεται να έπασχε από κληρονομικά νοσήματα, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι αυτή η κατάρρευση της καρδιάς της, δεν έχει πιθανόν παθολογικά αίτια».

Στη διάθεση των Αρχών όλα τα σύγχρονα μέσα

Συνολικά 15 γιατροί και νοσηλευτές από τέσσερα νοσοκομεία της Αθήνας και της Πάτρας, αλλά και επτά ιατροδικαστές, που εξέτασαν τις σορούς των τριών κοριτσιών, αναμένεται να κληθούν να καταθέσουν για τα ευρήματά τους για τους τρεις θανάτους μέσα σε 32 μήνες.

Η εγκληματολόγος, Δέσποινα Σβουρδάκου μίλησε σήμερα Δευτέρα στην ΕΡΤ, χαρακτηρίζοντας τον θάνατο των τριών κοριτσιών στην Πάτρα ως ένα «ανεπανάληπτο περιστατικό», που έχει συγκλονίσει τη χώρα.

«Δεν θυμάμαι κάτι ανάλογο να έχει συμβεί ξανά» λέει η εγκληματολόγος Δέσποινα Σβουρδάκου

Σύμφωνα με την εγκληματολόγο το Τμήμα Ανθρωποκτονιών σιγά σιγά συμπληρώνει το παζλ αυτής της υπόθεσης. «Είναι ανθρώπινο να ακούγονται διάφορα. Δεν θυμάμαι κάτι ανάλογο να έχει συμβεί ξανά. Πρέπει να είμαστε δίπλα στην οικογένεια που βιώνει μία τραγωδία, πάντα με σεβασμό προς τους γονείς».

Περιγράφοντας τη διαδικασία που ακολουθείται σε αυτή τη φάση της διερεύνησης της υπόθεσης η κ. Σβουρδάκου είπε «ότι συλλέγεις διακριτικά τα στοιχεία και την σκυτάλη την δίνεις στην ιατρική και την ιατροδικαστική έρευνα. Η επιστήμη βγαίνει μπροστά και μέσα από τις καταθέσεις θα δούμε τι έχει γίνει, τα αίτια και τους παράγοντες και αν υπάρχει κάτι άλλο».

«Από τον δεύτερο θάνατο θα έπρεπε να είχαν κινηθεί οι διαδικασίες…»

Από την πλευρά του ο Βασίλης Ντούμας, πρόεδρος των Ειδικών Φρουρών Αττικής, εξήγησε επίσης στην ΕΡΤ, γιατί ανέλαβε την υπόθεση των τριών κοριτσιών από την Πάτρα το Τμήμα Ανθρωποκτονιών, λέγοντας ότι το συγκεκριμένο αστυνομικό τμήμα παρεμβαίνει «όπου υπάρχει θάνατος υπάρχει και ένα ενδεχόμενο εγκλήματος».

Όπως πρόσθεσε ο πρόεδρος των Ειδικών Φρουρών Αττικής, «η βιβλιογραφία και η ιστορία είναι γεμάτη από εγκλήματα και θύματα και από γονείς παιδοκτόνους σε όλο τον κόσμο. Δεν είναι απίθανο να έχει υπάρξει μία εγκληματική ενέργεια».

Ο ίδιος δηλώνει βέβαιος για τη διαλεύκανση της υπόθεσης καθώς έχουν τεθεί στη διάθεση των Αρχών όλα τα σύγχρονα μέσα και τα αποτελέσματα των ιατροδικαστικών υπηρεσιών, μια και όπως επισήμανε «το Ανθρωποκτονιών πήγε εκεί γιατί είναι πιο έμπειρο».

«Πίσω από τα τρία ονόματα κρύβονται τρεις ψυχές. Από το θάνατο του δεύτερου παιδιού θα έπρεπε να κινηθούν υπόνοιες για την ύπαρξη ενός γονιδιακού προβλήματος ή την ύπαρξη και του ακραίου (σεναρίου) της εγκληματικής ενέργειας και να προλαμβάναμε το χειρότερο με το τρίτο παιδί. Οι ιατρικές αρχές θα έπρεπε να επιδείξουν περισσότερο ζήλο και να κινηθεί η διαδικασία πολύ νωρίτερα».

Γιατί μπορεί να μείνει ανεξιχνίαστη η υπόθεση

Υπαρκτή είναι η πιθανότητα να μείνει ανεξιχνίαστη η υπόθεση των τριών παιδιών στην Πάτρα, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που παραθέτουν οι επιστήμονες. Και γι’ αυτό υπάρχουν οι εξής λόγοι:

Ο Καθηγητής Παθολογίας και Καρδιολογίας, Περικλής Νταβλούρος, που είναι γιατρός στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου, τόνισε στον ΑΝΤ1, ότι «στον αιφνίδιο θάνατο παιδιών στην Ελλάδα, σύμφωνα με ελληνική μελέτη, ευθύνεται κυρίως η καρδιά, όμως υπάρχουν και άλλα αίτια». «Σε πολλές περιπτώσεις, παρά τις εξετάσεις και την ενδελεχή έρευνα, μπορεί και να μην βρούμε ποτέ τίποτα. Μεγάλο ποσοστό τέτοιων περιστατικών παραμένει ανεξιχνίαστο», επεσήμανε με νόημα ο ίδιος.

Κλειδί στο θρίλερ των «Πατρών» εμφανίζεται η ενεργοποίηση του βηματοδότη της άτυχης Τζωρτζίνας

Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα, υπογράμμισε πως «ένας προγεννητικός έλεγχος το πιθανότερο είναι να μην μας βοηθούσε να βρούμε κάτι, εκτός εάν κάποιος στην οικογένεια είχε κάποιο γνωστό πρόβλημα».

Προσέθεσε ότι «δεν είναι κληρονομικές όλες οι γονιδιακές παθήσεις. Το ότι δεν έδειξε κάτι ο γονιδιακός έλεγχος δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει πρόβλημα», ενώ επανέλαβε εμφατικά πως «ποσοστό έως 30% των θανάτων παιδιών και νέων, παραμένει ανεξιχνίαστο σε όλον τον κόσμο».

Στο ίδιο μήκος κύματος περίπου και η γιατρός γενετικής Ελένη Φρυσίρα η οποία δήλωσε σήμερα στην ΕΡΤ η προσπάθεια εξιχνίασης των θανάτων δεν είναι πάντα εύκολη. «Υπάρχουν και τεχνικής φύσεως προβλήματα που μπορεί να δυσκολεύουν ένα σαφές αποτέλεσμα». Ωστόσο όπως πρόσθεσε η ίδια «υπάρχουν και άλλοι επιγενετικοί παράγοντες που επηρεάζουν», είπε η κ. Φρυσίρα και συμπλήρωσε ότι θα χρειαστεί χρόνος μέχρι την ανακοίνωση των τελικών ευρημάτων».