Την άποψη ότι η εθνική παλιγγενεσία είναι μύθος εξέφρασε ο καθηγητής Αντώνης Λιάκος, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία.
Έγραψε συγκεκριμένα σε άρθρο του στα ΝΕΑ:
…Πρέπει να αποδεσμευθεί η Επανάσταση από μερικούς βαθειά εδραιωμένους μύθους. Ο πρώτος είναι ο μύθος της ωραίας κοιμωμένης, ή της εθνικής παλιγγενεσίας. Ότι δηλαδή η επανάσταση οφείλεται στην άσβεστο φλόγα της ελευθερίας ή οποία, αν και κρυφόκαιγε αιώνες, βρήκε εκείνη τη χρονική στιγμή, δηλ. το 1821, να λάμψει. Ότι το έθνος, μετά από αιώνες αφάνειας, ξαναγεννιέται και επανεμφανίζεται στη σκηνή της Ιστορίας.
Ολόκληρο το άρθρο:
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821: ΩΡΑΙΑ ΚΟΙΜΩΜΕΝΗ Η ΡΟΜΠΕΝ ΤΩΝ ΔΑΣΩΝ;
(Άρθρο προ πανδημίας, Τα Νέα, 7.3.2020).
Δεν θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, να συνεορταστούν η Επανάσταση του 2021 μαζί με τα 200 χρόνια ιστορίας του νεοελληνικού κράτους.
Πέραν του γεγονότος ότι έχουμε όλο τον χρόνο ως το 2030, και να γιορτάσουμε και να αναστοχαστούμε τους δυο αιώνες πολιτικής ύπαρξης και συγκροτημένου εθνικού βίου (1830-2030), νομίζω ότι με τον συνεορτασμό συμπιέζουμε, πάντως υποβαθμίζουμε το ίδιο το γεγονός της ελληνικής επανάστασης.
Γιατί θα άξιζε, κατά προτεραιότητα, να την κατανοήσουμε αυτή καθεαυτή την Επανάσταση του 1821. Να την απελευθερώσουμε από τα σχήματα και τις ερμηνείες της ελληνικής ιστορίας που την επικαθορίζουν. Να την αντιληφθούμε και στις δυο διαστάσεις της: και ως κάτι που συμβαίνει και επομένως καθορίζεται από την εποχή της, και ως ιδρυτικό μύθο της σύγχρονης Ελλάδας.
Εξάλλου, όσο και να μας φαίνεται παράδοξο, είναι τελεολογικό να βλέπουμε τη δημιουργία του ελληνικού κράτους ως το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της Επανάστασης. Υπήρχαν πολλά ανοιχτά μέλλοντα πολιτικών συγκροτήσεων που θα μπορούσαν να γεννηθούν από την Επανάσταση, και το ελληνικό κράτος ήταν μόνο ένα από αυτά.
Ένα παράδειγμα είναι τα 200 χρόνια της γαλλικής επανάστασης (1789-1989). Γιορτάστηκε και κατανοήθηκε ως ένα γεγονός, και μάλιστα διαμορφωτικό της σύγχρονης ιστορίας, παρά ως δυο αιώνες γαλλικής ιστορίας.
Έχει όμως η ελληνική επανάσταση παρόμοια παγκόσμια εμβέλεια; Έχει εμβέλεια, πολύ μεγαλύτερη από τη μεταγενέστερη ιστορία του ελληνικού κράτους. Και αυτή πρέπει να αναδειχτεί: το 1821 ως παγκόσμιο γεγονός. Όχι ρητορικά και εγκωμιαστικά, αλλά πραγματολογικά. Πρέπει δηλαδή, πρώτα να καταλάβουμε, και στη συνέχεια να δείξουμε πώς το 1821 μπήκε στους πόρους της παγκόσμιας ιστορίας σε μια κρίσιμη εποχή μετασχηματισμών.
Για να καταδειχτεί αυτό θα πρέπει να αποδεσμευθεί η Επανάσταση από μερικούς βαθειά εδραιωμένους μύθους.
Ο πρώτος είναι ο μύθος της ωραίας κοιμωμένης, ή της εθνικής παλιγγενεσίας. Ότι δηλαδή η επανάσταση οφείλεται στην άσβεστο φλόγα της ελευθερίας ή οποία, αν και κρυφόκαιγε αιώνες, βρήκε εκείνη τη χρονική στιγμή, δηλ. το 1821, να λάμψει. Ότι το έθνος, μετά από αιώνες αφάνειας, ξαναγεννιέται και επανεμφανίζεται στη σκηνή της Ιστορίας. Ο μύθος αυτός έχει γίνει μια χρόνια διανοητική έξη. Πρόκειται για μια βιογραφική προσέγγιση της ιστορίας που προσωποποιεί το έθνος και ερμηνεύει όλα τα προηγούμενα συμβάντα υπό το φως μιας εθνικής τελεολογίας.
Ο δεύτερος μύθος είναι του Ρομπέν των Δασών, ή της «πρωτόγονης επανάστασης». Η αντίληψη αυτή είναι εξίσου παλιά και καινούργια. Παλιά, με τον ρομαντικό μύθο των κλεφταρματωλών που πολεμούσαν στα άπαρτα βουνά για την ελευθερία, και καινούργια, με τη θεωρία του Χόμπσμπαουμ για τους «πρωτόγονους επαναστάτες» και την προνεωτερική επανάσταση, η οποία, σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, γέννησε ένα νεωτερικό κράτος. Πρόκειται για μια κοινωνική ερμηνεία της επανάστασης που δημιούργησε και αυτή τους αντι-μύθους της. Ότι δηλ. την επανάσταση την έκανε ο λαός, οι αγρότες, ενάντια στους Τούρκους και στους Κοτζαμπάσηδες και στον ανώτατο κλήρο.
Αν ο μύθος της ωραίας κοιμωμένης προβάλει το έθνος, τούτος προβάλει τον λαό. Αν ο πρώτος αναφέρεται στην εθνική επανάσταση, τούτος επιχειρηματολογεί ότι η εθνική είναι ταυτόχρονα και κοινωνική επανάσταση, ή η μετάβαση στη νεωτερικότητα και στον εκσυγχρονισμό. Και στις δυο όμως υπόβαθρο είναι η ιστορία ως βιογραφία του έθνους.
Συναφής με τον μύθο αυτόν είναι και η προβαλλόμενη συνάφεια της ελληνικής επανάστασης με τον Διαφωτισμό και τη Γαλλική επανάσταση. Η Ελλάδα δηλαδή από τα μέσα του 18ου αιώνα πορεύτηκε με τη Δύση, και η επανάσταση είναι η στιγμή που αποσπάται από την Οθωμανική αυτοκρατορία, παύει πια να είναι μια οθωμανική επαρχία και γίνεται ευρωπαϊκό κράτος. Καλά όλα αυτά, αλλά πρώτον είναι επιλεκτικά, και δεύτερο δεν αναδεικνύονται οι διαφορές ανάμεσα στο παράδειγμα της γαλλικής και σε εκείνο της ελληνικής επανάστασης. Η Γαλλική επανάσταση μας πάει ως τον Ρήγα. Όχι ως τον Υψηλάντη.
Όλες αυτές οι ερμηνείες περιέχουν ένα κομματάκι αλήθειας. Υπήρχαν και οι ιεράρχες που εύχονταν την αποκατάσταση του γένους, και το ένοπλο στοιχείο που μπαινόβγαινε στην οθωμανική νομιμότητα, και οι εμποτισμένοι με τις γαλλικές επαναστατικές ιδέες λόγιοι κήρυκες της εθνικής αναγέννησης, και λαϊκά κινήματα, όπως στην Ύδρα και στη Σάμο, και πρόκριτοι και κοτζαμπάσηδες, και υψηλά στελέχη της ευρωπαϊκής διπλωματίας, και αξιωματούχοι στην αυλή του Αλή Πασά, και ριζοσπάστες νέοι φαναριώτικης προέλευσης, και συνωμότες έμποροι όπως οι Φιλικοί, και αξιωματικοί του τσαρικού στρατού, και Φιλέλληνες όλων των αποχρώσεων.
Όλοι και όλα αυτά υπήρχαν. Αλλά αυτή η επανάσταση συνέβη γιατί είχε αλλάξει η εποχή. Η Ευρώπη, αλλά και ο κόσμος, στην τρίτη δεκαετία του 19ου αιώνα είχε μπει σε μια καινούργια τροχιά. Οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι ήταν ένας πρώιμος παγκόσμιος πόλεμος. Ήταν ένας πρώτος, πριν από τον πρώτο, παγκόσμιος πόλεμος. Όπως και οι παγκόσμιοι πόλεμοι του 20ου αιώνα, κλόνισε συνθέμελα τις δομές του παλιού κόσμου. Κανείς δεν έμεινε που να μην αλλάξει μέσα από τον πόλεμο αυτό.
Αν βλέπουμε την Επανάσταση ως την κατάληξη των 400 χρόνων τουρκοκρατίας, έχουμε παγιδεύσει τη ματιά μας στην εθνική βιογραφία.
Πρώτο, η τουρκοκρατία δεν κράτησε παντού τέσσερις αιώνες. Ιδίως στο λίκνο της επανάστασης, την Πελοπόννησο, η οθωμανική αυτοκρατορία εναλλασσόταν με την Βενετική, και η τελευταία περίοδος είχε κρατήσει μόλις έναν αιώνα. Τόσο η Πελοπόννησος όσο και η δυτική Ελλάδα (Ρούμελη και Ηπειρος) βρίσκονταν στο σύνορο δυο αυτοκρατοριών, επομένως ήταν μια ασταθής ζώνη που ενίσχυε και αναπαρήγαγε ένα ισχυρό αυτόχθον ένοπλο στρώμα.
Δεύτερο οι τεκτονικές μεταβολές της εποχής είχαν προκαλέσει εκτεταμένες ανταρσίες στο εσωτερικό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, από την Γεωργία έως την Αφρική, και από τη Βοσνία έως την Βαγδάτη. Ανταρσίες των «αγιάνηδων», δηλαδή των ποικιλώνυμων Οθωμανών τοπαρχών. Η διελκυστίνδα ανάμεσα στην κεντρική εξουσία και στα τοπικά κέντρα, ωθούσε σε μια γενική διεκδίκηση αναδιάταξης των εξουσιών σε όλα τα επίπεδα και σε όλες τις περιοχές, που κλόνισαν την αυτοκρατορία.
Γιατί άραγε, την ίδια εποχή που ξέσπασε η ελληνική επανάσταση, ξεσπούν κινήματα ανεξαρτησίας στην Νότια Αμερική, και εξεγέρσεις στην Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία;
Διότι οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι κλονίζουν τις δυο αυτοκρατορίες, την Ισπανική και την Οθωμανική, τους δυο μεγάλους αντιπάλους στη Μεσόγειο από τον 15ο αιώνα. Αυτό δεν είχε περάσει απαρατήρητο στην εποχή εκείνη. Και οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι και ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έσεισαν αυτοκρατορίες και παρήγαγαν εθνικά κράτη.
Και γιατί οι ίδιες ιδέες που ακούγονται στην Ελλάδα το 1821, ακούγονται επίσης στο Παλέρμο, στη Νάπολη, στο Πιεμόντε, την Ισπανία, την Πορτογαλία ακόμη και στη Ρωσία από τους Δεκεμβριστές, στη Νότια Αμερική από τους Μπολιβαριστές;
Γιατί βρίσκουμε σε όλα αυτά τα επαναστατικά κέντρα μυστικές εταιρείες, καινούργιες έννοιες όπως ελευθερία, εθνότητα και σύνταγμα, αλλά και θρησκευτικά σύμβολα που υπογραμμίζουν τη σημασία της πίστης; Πώς ο κλασικισμός δίνει το υπόβαθρο της αναγνώρισης σ’ αυτούς που θέλουν να γίνουν και να ονομάζονται Έλληνες;
Το να υποστηρίζει κανείς την επίδραση της γαλλικής επανάστασης στην ελληνική, είναι σαν να αποδίδει τον ελληνικό εμφύλιο του 1947 στην επιρροή του ρωσικού 1917. Βεβαίως το ένα γεγονός βρίσκεται στην παράδοση που δημιουργεί το άλλο. Αλλά εκείνο που πρέπει να προσέξουμε είναι οι διαφορές.
Διαφορές εποχής μεγάλες. Το 1821 ανήκει σε ένα άλλο παράδειγμα επαναστάσεων και σε μια διαφορετική διεθνή διάταξη δυνάμεων, εκείνο που θα διαρκέσει από το 1815 έως το 1914, στον πραγματικό 19ο αιώνα δηλαδή. Αλλά και διαφορές στις ιδέες. Οι επαναστάσεις του 1820-21 δεν είναι άθεες όπως η γαλλική και θέτουν έντονα ζητήματα των ορίων της κρατικής και εθνικής κυριαρχίας, συγκρότησης εθνικής κοινότητας, αντιπροσώπευσης και συντάγματος κλπ. Ανήκουν επομένως σε ένα διαφορετικό κύμα επαναστάσεων, του οποίου τα χαρακτηριστικά αξίζει να αναδειχτούν τώρα, και ακόμη να τα κουβεντιάσουμε και πέραν των ιστορικών τους συμφραζομένων, ως αξίες συγκρότησης του πολιτικού βίου αλλά και της εθνικής ταυτότητας.