Quantcast

Τι προβλέπεται για τις φρεγάτες Belharra και τα επιπλέον Rafale

Η συμφωνία προβλέπει την προμήθεια των αεροσκαφών με τον εξοπλισμό τους καθώς και την εν συνεχεία υποστήριξή τους

Στις 24 Μαρτίου, «έπεσαν» οι υπογραφές για τις συμβάσεις απόκτησης τριών φρεγατών Belharra -με την προαίρεση αγοράς μίας ακόμη- και έξι επιπλέον μαχητικών αεροσκαφών Rafale
-πλέον των 18 που ήδη έχει αποκτήσει η Πολεμική Αεροπορία- σε τελετή που πραγματοποιήθηκε στο «Θωρηκτό Γεώργιος Αβέρωφ».

 

Οι φρεγάτες Belharra

Η φρεγάτα FDI (Belharra) έχει υψηλές δυνατότητες σε κάθε τύπο μάχης. Καλύπτει αντιπλοϊκό, αντιαεροπορικό, ανθυποβρυχιακό πόλεμο ενώ διασφαλίζει την άμυνα ενάντια σε επιθέσεις από αέρος ή από στεριά με σύγχρονους αισθητήρες, συμπεριλαμβανομένου του Seafire της Thales, που είναι το πρώτο αμιγώς ψηφιακό πολυλειτουργικό ραντάρ με ενεργή κεραία και σταθερά πάνελ.

Είναι εξοπλισμένη με έναν μονό πλήρως ενσωματωμένο ιστό που διαθέτει όλους τους αερομεταφερόμενους αισθητήρες ώστε να επιτυγχάνεται σε μόνιμη βάση επιτήρηση 360 μοιρών. Είναι η πρώτη φρεγάτα στην αγορά που διαθέτει εγγενή προστασία από κυβερνοεπιθέσεις, εξοπλισμένη με δύο data-centers που φιλοξενούν σχεδόν όλες τις εφαρμογές του πλοίου.

Αναφορικά με τις τεχνικές της προδιαγραφές, η φρεγάτα Belharra έχει εκτόπισμα 4.500 τόνων, μήκος περίπου 122 μέτρα, πλάτος 18 μέτρα ενώ η μέγιστη ταχύτητά είναι 27 κόμβοι. Διαθέτει αεροπορικές εγκαταστάσεις για ελικόπτερο 10 τόνων και μη επανδρωμένο όχημα VTOL.

Τα κύρια όπλα που φέρει είναι οι πύραυλοι Aster και οι πύραυλοι Exocet MM40 B3C της MBDA, πυροβόλο 76 χιλιοστών, τορπίλες MU 90 και αντίμετρα CANTO της Naval Group καθώς και πυραυλικό σύστημα RAM.

Το ιστορικό

Σήμερα, το Πολεμικό Ναυτικό διαθέτει φρεγάτες ηλικίας περίπου 40 ετών. Η παλαιότητα του βασικού κορμού τού ελληνικού Στόλου επηρεάζει αρνητικά την απόδοσή του, όπως αναφέρθηκε στις σχετικές συζήσεις που έγιναν στη Βουλή, ενώ εντείνει τις δυσκολίες υποστήριξης των ηλεκτρονικών συστημάτων που φέρουν τα πλοία.

Σε αυτό το πλαίσιο, η ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού με σύγχρονες φρεγάτες κρίθηκε ως επιτακτική ανάγκη. Εκτός από τη γαλλική προσφορά, εξετάστηκαν και αξιολογήθηκαν προσφορές εταιρειών από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, την Ολλανδία και την Ισπανία. Το Πολεμικό Ναυτικό έκρινε ότι οι καταλληλότερες για την κάλυψη των επιχειρησιακών του απαιτήσεων είναι οι γαλλικές FDI. Και αυτό διότι διαθέτουν υψηλότατες δυνατότητες πολέμου επιφανείας, ανθυποβρυχιακού πολέμου και πολέμου αέρος σε συνδυασμό με σύγχρονα πυραυλικά συστήματα.

Το Σεπτέμβριο 2021, η Ελλάδα και η Γαλλία υπέγραψαν Συμφωνία Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης για τη συνεργασία στην Άμυνα και την Ασφάλεια και ως απόρροια της συμφωνίας αυτής συμφωνήθηκε η πρόσκτηση από το Πολεμικό Ναυτικό τριών νέων φρεγατών FDI (Belharra) με «option» επιλογής και τέταρτης ίδιου τύπου φρεγάτας.

Η ναυπήγηση των πλοίων γίνεται στις εγκαταστάσεις της κατασκευάστριας εταιρείας Naval Group στη Γαλλία. O χρόνος παράδοσης, συμπεριλαμβανομένων των όπλων των φρεγατών, για το πρώτο και το δεύτερο πλοίο θα είναι εντός του 2025, για το τρίτο το 2026 και για το τέταρτο -εφόσον ασκηθεί το δικαίωμα της προαίρεσης αγοράς- το 2027. Όσο για την εν συνεχεία υλικοτεχνική υποστήριξή τους, εκκινεί από την παραλαβή κάθε πλοίου και έχει διάρκεια τριών ετών.

Στο πλαίσιο της σύναψης των συμβάσεων με τις εμπλεκόμενες γαλλικές εταιρείες, τη Naval Group και την MBDA France, έχει επιτευχθεί συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στην κατασκευή και συντήρηση των πλοίων.

Το κόστος

Το ανώτατο κόστος της προμήθειας των φρεγατών ανέρχεται στο ποσό των 3,049 δισ. ευρώ. Αναλυτικότερα, η σύμβαση προμήθειας των τριών φρεγατών έχει κόστος 2,261 δισ. ευρώ, η σύμβαση της εν συνεχεία υποστήριξης 138 εκατ. ευρώ ενώ η σύμβαση για τα όπλα και την εν συνεχεία υποστήριξής τους 650 εκατ. ευρώ.

Σε περίπτωση που ασκηθεί το δικαίωμα της προαίρεσης για την πρόσκτηση και τέταρτης φρεγάτας, το κόστος φτάνει τα 4,07 δισ. ευρώ. Σε αυτά τα ποσά δεν συμπεριλαμβάνονται κρατήσεις, φόροι, δασμοί και τυχόν λοιπές δαπάνες που βαρύνουν τις συμβάσεις (6,144%).

Τα 6 επιπλέον Rafale

Η Ελλάδα έχει, ήδη, προχωρήσει στην απόκτηση 18 μαχητικών αεροσκαφών Rafale. Τα πρώτα έξι από αυτά, βρίσκονται ήδη στην Τανάγρα. Παράλληλα με την απόκτηση των φρεγατών Belharra, υπογράφτηκε και η συμφωνία απόκτησης επιπλέον 6 αεροσκαφών Rafale για την Πολεμική Αεροπορία. Η συμφωνία προβλέπει την προμήθεια των αεροσκαφών με τον εξοπλισμό τους καθώς και την εν συνεχεία υποστήριξή τους.

Το αίτημα προς την κατασκευάστρια εταιρεία των αεροσκαφών Dassault Aviation και την εταιρεία MBDA France για την παροχή των όπλων στάλθηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2021. Το κόστος απόκτησης των αεροσκαφών και της εν συνεχεία υποστήριξής τους ανέρχεται σε 807,6 εκατ. ευρώ ενώ το κόστος απόκτησης των όπλων που θα φέρουν στα 184 εκατ. ευρώ. Ο συνολικός προϋπολογισμός, συμπεριλαμβανομένων των κρατήσεων ύψους 6,144% αλλά και των τιμών με εκτιμώμενη αναπροσαρμογή 5%, φτάνει τα 1,092 δισ. ευρώ.

Η παραλαβή των έξι επιπλέον Rafale και των όπλων τους θα γίνει έως το τέλος του 2024. Συγκεκριμένα, το πρώτο θα παραδοθεί τον Ιούλιο του 2024 και έκτοτε θα παραδίδεται ένα κάθε μήνα έως τον Δεκέμβριο του 2024.

Επιπρόσθετα, η διάρκεια της εν συνεχεία υποστήριξης του συνόλου των 24 αεροσκαφών Rafale επεκτείνεται για τρία έτη, από το 2024 έως το 2027 ενώ η διάρκεια της εν συνεχεία υποστήριξης των όπλων τους για τέσσερα έτη, από το 2024 έως το 2028.

 

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ