Οι τρεις άξονες της συμφωνίας Αθήνας-Καΐρου και τα κέρδη για την Ελλάδα

Μια διακρατική συμφωνία με πολλαπλό αντίκτυπο και μια νίκη στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ως μια «κίνηση με πολλαπλό αντίκτυπο» χαρακτηρίζουν διπλωματικές πηγές την υπογραφή της διακρατικής συμφωνίας Αθήνας – Καΐρου για κοινές επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης (SAR). Όπως επισημαίνουν, ο αντίκτυπος αφορά ευρύ φάσμα θεμάτων, τα οποία είναι πρωταρχικής σημασίας για την ελληνική κυβέρνηση και τα συμφέροντα της χώρας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Ο πρώτος άξονας είναι η εμβάθυνση της στρατηγικής σχέσης Ελλάδας – Αιγύπτου, η οποία έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία η Αγκυρα επιχειρεί την επαναπροσέγγιση με το Κάιρο, μια προσπάθεια που αποτυπώθηκε στο φωτογραφικό στιγμιότυπο της χειραψίας του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τον Αιγύπτιο ομόλογό του, Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, στην έναρξη του Παγκόσμιου Κυπέλλου του Κατάρ. Η συμφωνία Αθήνας – Καΐρου για κοινές επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης είναι η τρίτη κατά σειρά μεταξύ των δύο κρατών μετά την υπογραφή μερικής οριοθέτησης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και του έργου για την ενεργειακή διασύνδεση των δύο χωρών.

Ο δεύτερος άξονας είναι ότι μέσω της συμφωνίας εμπεδώνεται εκ νέου η προσήλωση και των δύο χωρών στις προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου και των σχέσεων καλής γειτονίας. Οπως ανέφεραν διπλωματικές πηγές, το γεγονός ότι τα όρια του FIR των δύο χωρών ταυτίζονται με την περιοχή όπου ασκείται η έρευνα και διάσωση στη βάση συμφωνίας των δύο παράκτιων κρατών, σύμφωνα με τη Σύμβαση του Αμβούργου του 1979, αποτελεί απάντηση στις διεκδικήσεις της Αγκυρας από το 1988 για έρευνα και διάσωση εντός του FIR Αθηνών. Πρόκειται για τη διχοτόμηση του Αιγαίου, σύμφωνα με χάρτη του 1982, στον 25ο μεσημβρινό, ανατολικά του οποίου αναλάμβανε την ευθύνη έρευνας και διάσωσης. Η Αγκυρα έφτασε μάλιστα στο σημείο τον Οκτώβριο του 2020 να επεκτείνει τα όρια στα 6 ναυτικά μίλια από την Κρήτη και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

Ο τρίτος άξονας αφορά την ουσιαστική ακύρωση του αναθεωρητικού αφηγήματος της Τουρκίας, το οποίο ενσαρκώνεται στο θεώρημα της «Γαλάζιας Πατρίδας». Τόσο οι διεκδικήσεις της Αγκυρας στις περιοχές έρευνας και διάσωσης όσο και το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο αποτελούν εκφάνσεις του παραπάνω θεωρήματος και συμφωνίες όπως αυτή που υπεγράφη το ακυρώνουν.

Στο μέτωπο της καταδίκης του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, ιδιαίτερα μεγάλη σημασία έχει, σύμφωνα με διπλωμάτες και Ευρωπαίους αξιωματούχους, η συμπερίληψη των δύο τροπολογιών στο τελικό κείμενο της Εκθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την κατάσταση στη Λιβύη, που ψηφίστηκε στο Στρασβούργο την περασμένη Τετάρτη. Οπως ανέφεραν, αποτελεί νίκη και είναι εξαιρετικά σημαντικό για την Ελλάδα το γεγονός ότι γίνεται σαφής αναφορά σε απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πως «δεν συμμορφώνεται με το Δίκαιο των Θαλασσών και δεν μπορεί να έχει νομικές συνέπειες για τρίτα κράτη» και κυρίως ότι στη δεύτερη τροπολογία οι λιβυκές Αρχές παροτρύνονται να ακυρώσουν «το μνημόνιο συμφωνίας της Τουρκίας με τη Λιβύη το 2019 για την οριοθέτηση των θαλάσσιων δικαιοδοσιών στη Μεσόγειο Θάλασσα και να μην εφαρμόσουν καμία ρήτρα που περιλαμβάνει την επακόλουθη συμφωνία για τους υδρογονάνθρακες που υπογράφηκε στις 3 Οκτωβρίου 2022 και προβλέπει παράνομες δραστηριότητες γεώτρησης στις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες χωρών, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Κύπρου και της Ελλάδας».