Στο χείλος του γκρεμού η οικονομία του Πακιστάν – Πώς έφτασε μέχρι εδώ

Η κυβερνητική διαφθορά, τα εξαντλημένα συναλλαγματικά αποθέματα και το εξουθενωτικό χρέος έχουν στείλει την οικονομία του Πακιστάν στα τάρταρα

Η οικονομία του Πακιστάν βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού.  Αυτή την εβδομάδα υπέστη μια φρικτή βομβιστική επίθεση σε τζαμί που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 100 ανθρώπους. Στις 24 Ιανουαρίου, οι 230 εκατ. κάτοικοι της χώρας επλήγησαν από ένα πανεθνικό μπλακ άουτ, ενώ η πακιστανική ρουπία βρέθηκε σε ιστορικά χαμηλά έναντι του δολαρίου, όπως αναφέρει το CNBC.

Αυτά είναι μόνο τα τελευταία σοκ εν μέσω μίας πολύμηνης κρίσης, καθώς παράγοντες όπως η κυβερνητική διαφθορά, τα εξαντλημένα συναλλαγματικά αποθέματα και το εξουθενωτικό χρέος έχουν στείλει την οικονομία του Πακιστάν στα τάρταρα.

Και δεν θα μπορούσε να έρθει σε πιο κρίσιμη στιγμή, καθώς το Πακιστάν έχει μόνο αρκετά συναλλαγματικά αποθέματα για να πληρώσει περίπου τρεις εβδομάδες εισαγωγών.

Το Πακιστάν έλαβε ένα πακέτο διάσωσης ύψους 6 δισ. δολαρίων από το ΔΝΤ το 2019, στο οποίο προστέθηκε άλλο ένα δισεκατομμύριο δολάρια τον Αύγουστο του 2022, το 23ο πρόγραμμα χρηματοδότησης του ΔΝΤ για τη χώρα στα 75 χρόνια της ύπαρξής του.

Αλλά τα χρήματα δεν θα ξεκλειδωθούν τόσο εύκολα αυτή τη φορά, καθώς οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ θέλουν να δουν την κυβέρνηση του Πακιστάν να εφαρμόζει δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις. Αυτές περιλαμβάνουν την έγκριση μιας συναλλαγματικής ισοτιμίας που καθορίζεται από την αγορά και τη μείωση των επιδοτήσεων καυσίμων, οι οποίες έχουν γίνει πιο δαπανηρές εν μέσω της παγκόσμιας αύξησης των τιμών της ενέργειας.

Ο Πακιστανός πρωθυπουργός Shehbaz Sharif αρνιόταν επί μήνες να προβεί σε τέτοιες αλλαγές, φοβούμενος λαϊκές αντιδράσεις.

Αλλά η προοπτική της εθνικής χρεοκοπίας τον ανάγκασε τελικά να υποκύψει. Στα τέλη Ιανουαρίου, το Πακιστάν ήρε το τεχνητό ανώτατο όριο στο νόμισμά του, με αποτέλεσμα η ρουπία να καταρρεύσει κατά 20% έναντι του δολαρίου μέσα σε λίγες ημέρες, ενώ στη συνέχεια η κυβέρνηση αύξησε τις τιμές των καυσίμων κατά 16%. Η κεντρική τράπεζα του Πακιστάν αύξησε το επιτόκιό της κατά 100 μονάδες βάσης για να καταπολεμήσει τον υψηλότερο πληθωρισμό της χώρας εδώ και δεκαετίες, ο οποίος αναμένεται να φθάσει το 26% τον Ιανουάριο.

 

 

Πώς έφτασε σε αυτό το σημείο το Πακιστάν;

Η κρίση στην οποία βρίσκεται το Πακιστάν προετοιμάζεται εδώ και πολύ καιρό και ξεπερνά κατά πολύ την εκλογική πολιτική, λένε άνθρωποι που μελετούν τη χώρα.

“Η οικονομική κατάσταση του Πακιστάν είναι άμεση αντανάκλαση των λανθασμένων προτεραιοτήτων της χώρας επί δεκαετίες”, δήλωσε ο Kamal Madishetty, ερευνητής στο Ινστιτούτο Ειρήνης και Μελετών Συγκρούσεων στο Νέο Δελχί. Επισήμανε τον συντριπτικό έλεγχο του στρατού επί όλων των άλλων θεσμών ως βασικό παράγοντα.

“Το στρατιωτικό κατεστημένο της χώρας συνεχίζει να στριμώχνει ένα δυσανάλογο μερίδιο των πόρων για τον εαυτό του, εις βάρος των απλών πολιτών”, είπε, εξηγώντας ότι το 2022, καθώς το Πακιστάν περιέκοψε τις δαπάνες σε τομείς όπως οι υποδομές και η εκπαίδευση, οι στρατιωτικές δαπάνες διογκώθηκαν κατά 11%.

“Ο δημόσιος λόγος μπορεί να φορτώνει τις οικονομικές δυσκολίες στη μία κυβέρνηση μετά την άλλη, αλλά οι πραγματικοί υπεύθυνοι είναι η τάξη των ανθρώπων που βρίσκονται μόνιμα στην εξουσία”.

“Βυθισμένο στην πολιτική, στρατιωτική, φεουδαρχική διαφθορά, το Πακιστάν υφίσταται πλέον ως ένα κράτος που επιβιώνει μόνο χάρη στη γενναιοδωρία των Σαουδαράβων, της Κίνας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και των ΗΠΑ με αυτή τη σειρά”, είπε. “Αλλά τελικά και οι προστάτες του έχουν εξαντλήσει την υπομονή τους λόγω της έλλειψης διαφάνειας ως προς τον αντίκτυπο των πραγματικών δωρεών τους”.

Η πλούσια σε πετρέλαιο Σαουδική Αραβία είναι μακροχρόνιος σύμμαχος του Πακιστάν, βοηθώντας το οικονομικά πολλές φορές. Πλέον, ακόμη και οι Σαουδάραβες απαιτούν να δουν σοβαρή βελτίωση όσον αφορά τη διακυβέρνηση και τη διαφθορά προτού ανοίξουν ξανά τα πορτοφόλια τους.

Το Πακιστάν υπήρξε όμως και θύμα της κλιματικής αλλαγής: οι καταστροφικές πλημμύρες τον Ιούνιο του 2022 “βύθισαν” το ένα τρίτο της χώρας, επηρεάζοντας 33 εκατ. ανθρώπους και προκαλώντας ζημιές και οικονομικές απώλειες δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τα ήδη υπάρχοντα οικονομικά προβλήματα και τις διαρκείς επιπτώσεις του Covid-19 οδήγησαν την Παγκόσμια Τράπεζα στις αρχές Ιανουαρίου να μειώσει τις προβλέψεις για την ανάπτυξη της χώρας από 4% τον περασμένο Ιούνιο σε 2% για το 2023, αναφέροντας ως βασικούς λόγους την “επισφαλή οικονομική κατάσταση, τα χαμηλά συναλλαγματικά αποθέματα και τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα και ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών”.

 

 

Στο -οικονομικό- έλεος της Κίνας

Το Πακιστάν βρίσκεται επίσης βαθιά στο χρέος της Κίνας. Περισσότερο από το 30% του συνολικού εξωτερικού χρέους του Πακιστάν οφείλεται στην Κίνα, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Αυτό είναι τρεις φορές περισσότερο από ό,τι χρωστάει το Πακιστάν στο ΔΝΤ και περισσότερο από τα δάνειά του από την Παγκόσμια Τράπεζα και την Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης μαζί, λέει ο Madishetty.

Αυτά τα κινεζικά δάνεια, είπε, “συνοδεύονται από αδιαφανείς όρους, παραβλέπουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των έργων, αγνοούν το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος και έχουν επιτόκια που είναι συνήθως 1-2% υψηλότερα από αυτά που προσφέρουν οι δανειστές του ΟΟΣΑ”.

Παρά όλα αυτά και την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση, το Πακιστάν συνεχίζει να δανείζεται από την Κίνα.

“Πιο πρόσφατα, ζήτησε δάνειο ύψους 10 δισ. δολαρίων από την Κίνα για ένα μεγάλο σιδηροδρομικό έργο, αγνοώντας τις ανησυχίες για το χρέος. Τέτοιες αποφάσεις σίγουρα ωθούν τη χώρα προς την αθέτηση της πληρωμής του χρέους της, μάλλον νωρίτερα παρά αργότερα”, δήλωσε ο Madishetty.

Ο Alam λέει ότι το χρέος της Κίνας είναι στην πραγματικότητα “το μικρότερο από τα προβλήματα του Πακιστάν, δεδομένου ότι η συμμαχία Κίνας-Πακιστάν είναι κυρίως στρατιωτική και υπό αυτή την έννοια διαφορετική από τα αφρικανικά κράτη ή άλλα κράτη της Νοτιοανατολικής Ασίας”. Οι δύο χώρες χρειάζονται η μία την άλλη για στρατιωτικούς και στρατηγικούς σκοπούς, οπότε το χρέος προς την Κίνα μπορεί να μην αποτελεί ακόμη τόσο επείγουσα υποχρέωση όσο τα υπόλοιπα ζητήματα.