Σε πρόσφατο άρθρο του για τη στεγαστική κρίση που δείχνει να ξεδιπλώνεται στην Κίνα και η οποία θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για όλο τον κόσμο, ο Economist ξεκινά με την παραβολή του γερμανού μαθηματικού Ντέιβιντ Χίλμπερτ. Ο Χίλμπερτ φαντάστηκε ένα ξενοδοχείο με άπειρα δωμάτια. Ακόμη και αν όλα ήταν κατειλημμένα, είχε σημειώσει, το ξενοδοχείο θα μπορούσε να εξυπηρετήσει μια νέα άφιξη, ζητώντας απλώς από τους φιλοξενούμενους να μετακομίσουν στο διπλανό δωμάτιο.
Κάθε νέος επισκέπτης θα μετακόμιζε στο δωμάτιο ενός δεύτερου, εκείνος στο δωμάτιο ενός τρίτου και ούτω καθεξής. Από τη στιγμή που τα δωμάτια ήταν άπειρα, η διαδικασία αυτή δεν θα ολοκληρωνόταν ποτέ.
Επί σειρά ετών, παρατηρεί η οικονομική εφημερίδα, αυτό ήταν περίπου το modus operandi των κινέζων μεσιτών. Και αυτό γιατί πουλούσαν διαμερίσματα, πριν ακόμη τα χτίσουν. Τα χρήματα που συγκέντρωναν για τα διαμερίσματα αυτά, υποτίθεται ότι ήταν αφιερωμένα στην οικοδόμησή τους, ακριβώς όπως τα δωμάτια στο ξενοδοχείο του Χίλμπερτ υποτίθεται ότι ήταν αφιερωμένα σε κάποιον επισκέπτη.
Πουλώντας αέρα
Όμως οι μεσίτες χρησιμοποιούσαν αντ’ αυτού τα χρήματα για άλλους σκοπούς – όπως για παράδειγμα, για την αγορά γης. Όταν έφτανε η στιγμή να πληρώσουν τους εργολάβους, απλώς πουλούσαν κι άλλα διαμερίσματα που ακόμη δεν είχαν χτιστεί και χρησιμοποιούσαν τα χρήματα που προέκυπταν από αυτή τη συναλλαγή. Ακριβώς όπως τα δωμάτια στο ξενοδοχείο του Χίλμπερτ κατέληγαν να εξυπηρετούν… τους διπλανούς, οι κινέζοι μεσίτες έχτιζαν κάθε προπωλημένο διαμέρισμα με τα χρήματα της επόμενης προπώλησης. Και από τη στιγμή που υπήρχαν πάντοτε νέοι αγοραστές, η αλυσίδα των συναλλαγών συνέχιζε την πορεία της.
Δυστυχώς, οι κινέζοι μεσίτες πλέον ξεμένουν από δωμάτια. Οι πωλήσεις τους στους 12 μήνες μέχρι τον Ιούνιο μειώθηκαν κατά 22% σε σύγκριση με τους προηγούμενους 12 μήνες. Αυτή η επώδυνη συνειδητοποίηση του… πεπερασμένου των αγοραστών, είχε ως αποτέλεσμα πολλοί μεσίτες να μην έχουν αρκετά μετρητά για να συνεχίσουν να χτίζουν τα διαμερίσματα που έχουν ήδη αγοράσει οι πελάτες τους.
Στη διάρκεια των τελευταίων τριών ετών, οι κινέζοι μεσίτες έχουν αναλάβει τη δημιουργία περισσότερων από έξι δισεκατομμυρίων τετραγωνικών μέτρων ιδιοκτησίας. Έχουν ολοκληρώσει λιγότερα από τα μισά διαμερίσματα. Στο παρελθόν οι αγοραστές δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι για αυτές τις καθυστερήσεις. Στο κάτω-κάτω, είχαν ήδη δώσει τα χρήματα.
Δανειακή απεργία
Όμως αν και έχουν πληρώσει τους μεσίτες τους, εξακολουθούν να πληρώνουν τις τράπεζές τους. Και τους τελευταίους μήνες, θυμωμένοι αγοραστές απειλούν να σταματήσουν να πληρώνουν τα δάνειά τους, αν οι μεσίτες δεν συνεχίσουν να εργάζονται για τα διαμερίσματά τους.
Σύμφωνα με έγγραφο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, αυτή η δανειακή «απεργία» έχει ήδη εξαπλωθεί σχεδόν σε 100 πόλεις και σε περισσότερα από 320 έργα, συμπεριλαμανομένων της Πόλης του Δράκου, της Πόλης του Παγονιού και της Πόλης του Φοίνικα. Περισσότερα από 40 από τα έργα αυτά βρίσκονται στη Ζενγκζχού, την πρωτεύουσα της επαρχίας Χενάν.
Σε τι βαθμό θα μπορούσε να διαδοθεί αυτό το μποϊκοτάζ; Υπάρχουν όρια. Οι στρατηγικοί οφειλέτες θα μπορούσαν να καταλήξουν σε πιστωτικές μαύρες λίστες, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να λάβουν νέα δάνεια. Και στην Κίνα, σύμφωνα με την S&P Global, έναν οίκο αξιολόγησης, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να κηρύξουν πτώχευση αφού «δεν θα γίνει ποτέ διαγραφή των χρεών τους».
Στο πιο σκοτεινό σενάριο, δάνεια αξίας $350 δισεκατομμυρίων θα μπορούσαν να «κοκκινίσουν», σύμφωνα με την S&P Global. Αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 1,3% του συνόλου των τραπεζικών δανείων, ποσοστό επαρκές για να θέσει σε κίνδυνο μικρότερου μεγέθους πιστωτικά ιδρύματα, όμως όχι αρκετό ώστε να αποτελέσει συστημική απειλή για το τραπεζικό σύστημα.
Η πραγματική σημασία του μποϊκοτάζ
Η πραγματική σημασία του μποϊκοτάζ, όμως, βρίσκεται αλλού. Δείχνει ότι τα κινεζικά νοικοκυριά δεν πιστεύουν πια ότι αν προ-αγοράσουν ένα διαμέρισμα, είναι δεδομένο και ότι θα το αποκτήσουν. Αυτή η απώλεια εμπιστοσύνης δεν αφορά μόνο τους διαδηλωτές. Εμφανίζεται επίσης και στις αποδυναμωμένες προπωλήσεις.
Η επιφυλακτικότητα των Κινέζων απέναντι στις προ-αγορές αποτελεί μεγαλύτερη απειλή για την κινεζική οικονομία από την άρνηση καταβολής των δόσεων των δανείων που έχουν ήδη ληφθεί. Οι αδύναμες πωλήσεις θα περιορίσουν περαιτέρω τα έσοδα των μεσιτών, επιβραδύνοντας ακόμη περισσότερο την παράδοση των ακινήτων και βαθαίνοντας την απογοήτευση των αγοραστών.
Πώς μπορεί να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος; Σύμφωνα με τον Economist, στη Χενάν δυο κρατικές εταιρείες (μια μεσιτιή και μια τράπεζα) έχουν δημιουργήσει ταμείο ανάκαμψης για τα έργα που αντιμετωπίζουν προβλήματα, προκειμένου να συμβάλλουν στην ολοκλήρωσή τους. Όμως οι τοπικές κινεζικές κυβερνήσεις δεν διαθέτουν τα αναγκαία κονδύλια για να αναζωογονήσουν την εμπιστοσύνη του πληθυσμού, σύμφωνα με τον Άντριου Μπάτσον της Gavekal Dragonomics, μιας ερευνητικής εταιρείας.
Λύσεις και κίνδυνοι
Ο Μπάτσον πιστεύει ότι ένα αξιόπιστο σχέδιο απαιτεί τη συμμετοχή της κεντρικής κυβέρνησης. Η τελευταία, διστάζει εύλογα να διοχετεύσει περισσότερους πόρους σε έναν τομέα που ήδη καταλαμβάνει υπερβολικά μεγάλο μέρος της οικονομίας. Όμως η επένδυση νέων χρημάτων σε έργα που έχουν καθυστερήσει, θα μπορούσε να έχει διπλό όφελος βοηθώντας τόσο στην ολοκλήρωση των αγορασμένων διαμερισμάτων, όσο και στην ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης των Κινέζων στις προπωλήσεις.
Μακροπρόθεσμα, η μόνη λύση είναι ο περιορισμός της προπώλησης, προειδοποιεί ο Economist. Διαφορετικά, η εμπιστοσύνη αργά ή γρήγορα θα χαθεί και πάλι. Και η κρίση που θα προκύψει, μπορεί να σταθεί αρκετή για να κλονίσει το σύνολο της κινεζικής οικονομίας – γεγονός που θα προκαλούσε τριγμούς σε όλο τον πλανήτη.