Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε σήμερα ότι βρίσκεται σε συνομιλίες με τη Γερμανία για το πακέτο ενεργειακής στήριξης, ύψους 200 δισεκ. ευρώ, προκειμένου να εξακριβωθεί ότι δεν πρόκειται περί παράνομης κρατικής ενίσχυσης που στρεβλώνει τον ανταγωνισμό στην ΕΕ.
Αποφυγή επιβλαβών κρατικών ενισχύσεων
«Είμαστε πλήρως αφοσιωμένοι στη διατήρηση ίσων όρων ανταγωνισμού και μιας ενιαίας αγοράς και στην αποφυγή επιβλαβών κρατικών ενισχύσεων», δήλωσε η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδια για θέματα ανταγωνισμού, Αριάνα Ποντεστά, όταν ρωτήθηκε για το γερμανικό πακέτο, στη σημερινή ενημέρωση της Επιτροπής προς τον Τύπο.
«Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι είμαστε σε επαφή με τις γερμανικές αρχές», τόνισε η εκπρόσωπος, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες, ενώ σημείωσε ότι η Επιτροπή βρίσκεται σε επαφή για παρόμοια θέματα και με άλλες εθνικές αρχές.
Η ίδια εκπρόσωπος εξήγησε ότι η Επιτροπή αποφασίζει για το εάν οι κρατικές ενισχύσεις είναι νόμιμες ή όχι, αφού ειδοποιηθεί από τα κράτη-μέλη για τα σχέδιά τους. Στη συνέχεια ακολουθεί διάλογος και είναι μια διαδικασία που παίρνει χρόνο.
Απολύτως δικαιολογημένη η αντίδραση των κρατών – μελών
Ερωτηθείς σήμερα σχετικά προσερχόμενος στο Eurogroup στο Λουξεμβούργο, ο Ιταλός Επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, δήλωσε ότι «η αντίδραση των κρατών-μελών είναι απολύτως δικαιολογημένη» σχετικά με το γερμανικό σχέδιο στήριξης.
«Τη στιγμή αυτή πρέπει να διατηρήσουμε την ενιαία μας αγορά, αποφεύγοντας τον κατακερματισμό και ενισχύοντας όλα τα εργαλεία αλληλεγγύης που μπορούμε να έχουμε», τόνισε, σημειώνοντας ότι χρειάζεται αλληλεγγύη σε ευρωπαϊκό επίπεδο: «Έχουμε ένα πολύ καλό παράδειγμα από την προηγούμενη κρίση για το πώς η αλληλεγγύη μπορεί να δράσει και να καθησυχάσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές».
Πιο επικριτικό ήταν το μήνυμα του Επιτρόπου Εσωτερικής Αγοράς, Τιερί Μπρετόν, ο οποίος έχει γράψει στο Twitter: «Ενώ η Γερμανία μπορεί να αντέξει οικονομικά να δανειστεί 200 δισεκ. ευρώ στις χρηματοπιστωτικές αγορές, ορισμένα άλλα κράτη μέλη δεν μπορούν. Πρέπει να σκεφτούμε επειγόντως πώς να προσφέρουμε στα κράτη μέλη — που δεν έχουν αυτό το δημοσιονομικό περιθώριο ελιγμών — τη δυνατότητα να στηρίξουν τις βιομηχανίες και τις επιχειρήσεις τους».