Αλλάζουν οι καταναλωτικές συνήθειες σε Ευρώπη και ΗΠΑ

Οι Ευρωπαίοι βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση καθώς το κόστος του φυσικού αερίου είναι διπλάσιο από πέρσι και του ηλεκτρικού ρεύματος υψηλότερο κατά 67% παρά τα μέτρα των 550 δισ. ευρώ που έχουν ανακοινώσει οι κυβερνήσεις της ΕΕ

Αντιμέτωποι με τον υψηλό πληθωρισμό που πλήττει το διαθέσιμο εισόδημα τους και την κατάρρευση των αγορών που επηρεάζει τα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια, οι καταναλωτές και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού αλλάζουν τις καταναλωτικές τους συνήθειες εν όψει της εορταστικής περιόδου των Χριστουγέννων.

Οι Ευρωπαίοι βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση καθώς το κόστος του φυσικού αερίου είναι διπλάσιο από πέρσι και του ηλεκτρικού ρεύματος υψηλότερο κατά 67% παρά τα μέτρα των 550 δισ. ευρώ που έχουν ανακοινώσει οι κυβερνήσεις της Ε.Ε εδώ και έναν χρόνο για τη θωράκιση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Χωρίς τις επιδοτήσεις των κυβερνήσεων, οι λογαριασμοί θέρμανσης και ρεύματος των νοικοκυριών θα ήταν ακόμη υψηλότεροι, σχολιάζει ο Φίλιπ Λούις, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας αναλύσεων VaasaETT, στο πρακτορείο Bloomberg.

Παράλληλα, οι δαπάνες των Ευρωπαίων σε αγαθά μεγάλης αξίας, όπως αυτοκίνητα ή σπίτια, κινούνται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δυο δεκαετιών, μη συμπεριλαμβανομένων των πρώτων μηνών της πανδημίας. Σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτουν οι FinancialTimes, οι δαπάνες για την αγορά εισιτηρίων του κινηματογράφου υποχώρησαν τον Σεπτέμβριο κατά 59% από τα προ πανδημίας επίπεδα στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία και τη Βρετανία.

Μη μπορώντας να αγνοήσουν τις προειδοποιήσεις των οικονομικών αναλυτών για ύφεση, η καταναλωτική εμπιστοσύνη κινήθηκε τον Οκτώβριο στην Ευρωζώνη κοντά στο ιστορικό χαμηλό που καταγράφηκε τον Σεπτέμβριο. Οι Ευρωπαίοι δέχονται αναμφισβήτητα «πιέσεις στην αγοραστική τους δύναμη και θα πρέπει να είναι επιλεκτικοί στις δαπάνες τους», σχολιάζει στη βρετανική εφημερίδα ο ΜπέρτΚόλιτζιν, οικονομολόγος της ONG.

Αυτή η δυσοίωνη οικονομική προοπτική έχει αποτυπωθεί στην πτώση των χρηματιστηριακών δεικτών StoxxEurope 600, Dax στη Φρανκφούρτη και Cac-40 στο Παρίσι κατά 14,65%, 15,52% και 11%, αντίστοιχα. Με τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης να έχει ήδη επιβραδυνθεί στο 2,1% το γ΄ τρίμηνο από το 4,3% το προηγούμενο, αναλυτές της αγοράς προεξοφλούν μια ύφεση προς τα τέλη του 2022 και τις αρχές του 2023. Συν τοις άλλοις, η αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) αποθαρρύνει την έκθεση των καταναλωτών σε νέες πιστώσεις, αυξάνοντας και το κόστος εξυπηρέτησης των υφιστάμενων δανείων.

Αν και οι ΗΠΑ δεν δέχονται άμεσες επιπτώσεις από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση από τη χειραγώγηση της προσφοράς φυσικού αερίου από την Gazprom, ο πληθωρισμός στο υψηλό 40ετίας περιορίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας ερευνών MorningConsult, το 72% των 2.200 ερωτηθέντων που συμμετείχαν σε αυτήν θα καταφύγουν σε φθηνότερα προϊόντα και υπηρεσίες. Μάλιστα, όπως επισημαίνουν στελέχη των οίκων ειδών πολυτελείας στη WallStreetJournal, οι Αμερικανοί με μεγαλύτερη ευχέρεια αγοράζουν προϊόντα από την Ευρώπη, επωφελούμενοι από το ισχυρό δολάριο. Το ενεργειακό κόστος επιβαρύνει και τα νοικοκυριά στις ΗΠΑ, με τον Λευκό Οίκο να δρομολογεί μέτρα στήριξης άνω των 15 δισ. δολαρίων.

Aν μη τι άλλο, αποθαρρυντικό ρόλο στην κατανάλωση διαδραματίζει η πτώση των χρηματιστηριακών αγορών. Οι δείκτες S&P 500,Nasdaq και DowJonesνα έχουν υποχωρήσει πάνω 21%,33% και 10% από τις αρχές του 2022.