Οδηγούμε τη νέα Mercedes-Benz G 400 d

Μπορεί η diesel Mercedes-Benz G 400 d να προσφέρει κάτι διαφορετικό στην άκρως ανταγωνιστική αγορά των premium SUV;

Ακούγεται ότι η Mercedes θα παρουσιάσει στην επερχόμενη έκθεση του Μονάχου μια αμιγώς ηλεκτρική G-Class με τα διακριτικά EQG concept, αλλά για αρκετούς αυτό δεν πρόκειται να κλέψει μέρος της γοητείας της G-Class με κινητήρα εσωτερικής καύσης.

Όταν η Mercedes-Benz ανανέωσε το εμβληματικό μοντέλο το 2018, την παρουσίασε με τον V8 κινητήρα στην κορυφαία εκδοχή της G 63 AMG. Ωστόσο, τώρα πρόσθεσε μια ακόμα επιλογή στη γκάμα της, με κινητήρα άλλου καυσίμου, -πριν περάσει στην επόμενη ηλεκτρική φάση της- η οποία είναι λιγότερο λαμπερή, αλλά και πιο προσιτή, την έκδοση G 400 d, που είναι εξαιρετική.

Το «περισσότερο προσιτή» είναι φυσικά σχετικό, όταν μιλάμε για την G-Class, επειδή η κορυφαία AMG εκδοχή της G 400 d με την ονομασία Line Premium Plus στοιχίζει 135.000 ευρώ, με τη βασική της να ξεκινάει από τα 120.000 ευρώ.

Πληθωρική

 

Το 400 d μεταφράζεται σε έναν 3λιτρο 6κύλινδρο σε σειρά κινητήρα turbodiesel, ο οποίος αποδίδει 325 ίππους και πλούσια ροπή που φτάνει τα 700 Nm. Ωστόσο, με βάρος 2.489 κιλά, η G-Class αναμφίβολα χρειάζεται αυτά τα νούμερα.

Παραμένει γρήγορη, με 0-100 χλμ./ώρα σε 6,4 δλ., που φαίνεται ακόμα γρηγορότερο όταν κινείσαι, λόγω του μεγέθους της G 400. Στέκεται ψηλότερα ακόμα και από μεγάλα SUV όπως το Range Rover. Είναι ένα αυτοκίνητο με όγκο στο δρόμο και αυτός είναι ο λόγος που τόσοι τη λατρεύουν, γιατί είναι επίσης ένα ξεχωριστό μοντέλο, δίπλα στις S-Class (και τώρα την EQS) και προσφέρει αυτή την αίσθηση υπεροχής.

Ασταμάτητη

 

Οι επιδόσεις είναι περισσότερο από ικανοποιητικές, με την τεράστια ροπή να είναι διαθέσιμη από τις 1.200 σ.α.λ., που σημαίνει ότι αυτό το μεγάλο SUV γλιστράει αγόγγυστα, αλλάζει με μεταξένιο τρόπο τις σχέσεις του αυτόματου κιβωτίου εννέα σχέσεων, με έναν ήσυχο τρόπο, αλλά και με ένα χαρακτηριστικό βρυχηθμό από τον κινητήρα.

Δεν έχει ακριβώς την έντονη προσωπικότητα της G 63, αλλά αρκετοί είναι αυτοί που θα βρουν τον κινητήρα να ταιριάζει καλύτερα στην G-Class από τον V8, αφού δεν χρειάζεται να ανεβάσεις στροφές, ενώ είναι και αρκετά εκλεπτυσμένος.

Συμπερασματικά, είναι πιο χαλαρωτικός, με το μοναδικό του μειονέκτημα να είναι κάποιοι κραδασμοί. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που έχει επίσης και η G 63 και αποδίδεται στο μέγεθος και την κατασκευή, αλλά αυτοί οι παράγοντες από την άλλη εγγυόνται ότι η G-Class προσφέρει απίστευτες εκτός δρόμου επιδόσεις, με τρία διαφορικά που κλειδώνουν και βοηθούν να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο μακριά από την άσφλατο. Αυτή η τεράστια ροπή επίσης εξασφαλίζει δυνατότητα ρυμούλκησης 3.500 κιλών.

Επιβάλλεται

 

Είναι μερικές φορές που αυτή η μεγάλη Mercedes δείχνει λίγο υπέρβαρη, με τον τρόπο που περνάει πάνω από λακκούβες και στρίβει, με το πλαίσιο να παλεύει να εξομαλύνει τις κακοτεχνίες του δρόμου και το αργό τιμόνι να θέλει μεγαλύτερη διόρθωση από ότι αρχικά περιμένεις.

Αλλά αυτή η ρύθμιση δεν είναι τυχαία, αλλά αποτελεί επιλογή της γερμανικής μάρκας, αφού προσδίδει μπόλικο χαρακτήρα στο μοντέλο, κάτι που διαπιστώνεις αμέσως μόλις τη συνηθίσεις, αφού γίνεται το μεγάλο θετικό από όλες τις απόψεις, παρά μειονέκτημα και σίγουρα δίνει μεγάλη ευστάθεια στις υψηλές ταχύτητες.

Η ποιότητα στο εσωτερικό είναι εξαιρετική και ανταποκρίνεται στην τιμή του μοντέλου, ενώ το κάθετο παρμπρίζ πλαισιώνει την εντυπωσιακή εικόνα πάνω από το μεγάλο τετράγωνο καπό. Μαζί με τους μεγάλους θόλους μπορεί να κάνει το παρκάρισμα μια δύσκολη υπόθεση, ακόμα και σε σύγκριση με άλλα μεγάλα SUV, αλλά μάλλον τώρα… ψειρίζουμε τη μαϊμού.

Ποιότητα και τεχνολογία

Χρησιμοποιεί το προηγούμενης γενιάς σύστημα πολυμέσων της Mercedes, αλλά είναι μια χαρά. Δύο μεγάλες 12,3 ιντσών οθόνες και τα παλιά αισθητικής χειριστήρια προσφέρουν άφθονη λειτουργικότητα, με όλα τα συνηθισμένα υψηλής πιστότητας πακέτα, όπως το εξαιρετικό Burmester ηχοσύστημα να περιλαμβάνονται στην έκδοση AMG Line Premium Plus.

Η πρακτικότητα είναι καλή, με αρκετό χώρο για τους επιβάτες, αφού πρώτα καταφέρουν να σκαρφαλώσουν στο εσωτερικό. Ο όγκος του χώρου αποσκευών ανέρχεται στα 667 λίτρα με τις πλάτες όρθιες, ενώ όταν πέσουν η τιμή εκτοξεύεται στα 1.150 λίτρα. Υπολογίστε όμως ότι θα χρειαστείτε αρκετό χώρο για να ανοίξετε την πίσω πόρτα του χώρου αποσκευών, στην οποία είναι τοποθετημένη και η ρεζέρβα, με την ορατότητα όμως να είναι καλή, αφού σε αυτή συμβάλει και η κάμερα οπισθοπορείας.

Με αεροδυναμική που δεν τη λες και κορυφαία και τόσο μεγάλο βάρος, η G 400 d, παρά το νέο diesel κινητήρα έχει εργοστασιακή κατανάλωση 11 λτ./100 χλμ. που όμως είναι κατά 5 λτ./100 χλμ. καλύτερη από αυτή της G 63 AMG και σε κανονικές συνθήκες η διαφορά μπορεί να είναι και διπλάσια. Με ρεζερβουάρ 100 λίτρων θα χρειαστούν 140 ευρώ για να γεμίσετε, αλλά η αποκλειστικότητα δεν είναι φθηνή και η αίσθηση που παίρνεις όταν οδηγείς μια G-Class, άσχετα από τον κινητήρα με τον οποίο εφοδιάζεται, φαίνεται να αξίζει.

Συμπέρασμα

Το αμιγώς ηλεκτρικό concept EQG μπορεί να είναι καθοδόν, αλλά η νέα G 400 d αποδεικνύει ότι έχει ακόμα ζωή με τον κινητήρα εσωτερική καύσης της G-Class. Είναι ραφιναρισμένη, δυνατή αλλά και… γλυκιά και σίγουρα κοστίζει λιγότερο να την αγοράσεις και να τη συντηρήσεις από την G 63 AMG, αν και παραμένει ένα ακριβό αυτοκίνητο. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτή την τιμή, ελάχιστοι είναι αυτοί που μπορούν να ανταγωνιστούν την προσωπικότητα της G-Class. Είναι μοναδική στην κατηγορία των μεγάλων SUV και αυτό από μόνο του αξίζει κάθε ευρώ από την τιμή της.

 

 

Φωτογραφίες: Autoexpress

 

Πηγή: motorone.gr