Τις προθέσεις της να καταστεί ο Νο 2 παίκτης στην αγορά έδειξε η διοίκηση της νέας Nova.
Ανακοινώνοντας τη νέα εταιρεία, που δημιουργήθηκε από τη συγχώνευση των Νοva και Wind, παρουσίασε μια νέα τιμολογιακή πολιτική, που στόχο έχει την αύξηση του μεριδίου της τόσο στην αγορά κινητών όσο και σε αυτήν των σταθερών επικοινωνιών. Η εταιρεία είναι ήδη Νο 2 στην αγορά των σταθερών επικοινωνιών (σόρους συνδέσεων) και Νο 3 στην αγορά της κινητής (σε όρους συνδέσεων). Επίσης, είναι Νο 3 στην αγορά σε όρους εσόδων (κύκλου εργασιών). Οι προσφορές της, ωστόσο, μπορεί να φέρουν στη νέα εταιρεία αυξημένα μερίδια τόσο σε συνδέσεις όσο και σε έσοδα.
Προς την κατεύθυνση αυτή σίγουρα συμβάλλει η νέα μετοχική σύνθεσή της. H B.C. Partners και η United Group πιο κάτω είναι μέτοχοι με «βαθιές τσέπες» και μπορούν να στηρίξουν οικονομικά τα σχέδια της νέας Nova. Επίσης, είναι μέτοχοι με «στρατηγικό ρόλο», που μπορούν να δημιουργήσουν ισχυρές συνέργειες και οικονομίες κλίμακας, π.χ. στις προμήθειες υλικών, στις αγορές προγραμμάτων συνδρομητικής τηλεόρασης, στο marketing κ.ο.κ.
H νέα Nova, επίσης, εξυγιαίνει την εγχώρια τηλεπικοινωνιακή αγορά, παρά τη μείωση του αριθμού των παρόχων που λειτουργούν σε αυτή. Πριν είχαμε τέσσερις παρόχους -ΟΤΕ, Vodafone, Wind και Forthnet-, αλλά οι δύο τελευταίοι δυσκολεύονταν επενδυτικά να ακολουθήσουν τους δύο πρώτους. Και αν το έκαναν, αυτό συνέβαινε σε πολύ περιορισμένη κλίμακα, με αποτέλεσμα ο ανταγωνισμός να είναι ασθενικός.
Τώρα λειτουργούν τρεις παίκτες, αλλά είναι και οι τρεις υγιείς. Και τουλάχιστον τα επόμενα τρία-τέσσερα χρόνια ο ανταγωνισμός στις τηλεπικοινωνίες αναμένεται να θεριέψει. Ηδη έως έναν βαθμό η αγορά το αντιλαμβάνεται μέσω της αύξησης των επενδύσεων, η οποία είναι ήδη ορατή, ειδικά στα δίκτυα οπτικών ινών, καθώς σκάβεται όλη η Ελλάδα. Η ίδια η Nova έχει ανακοινώσει ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο, ύψους 2 δισ. ευρώ, τα επόμενα χρόνια. Μένει, ωστόσο, αυτό να το αντιληφθούν και οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις.
Ειδικά με τις νέες τηλεπικοινωνιακές χρεώσεις που ανακοινώθηκαν την περασμένη Τετάρτη, στην επίσημη πρεμιέρα της νέας Nova, είναι σίγουρο ότι η αγορά εισέρχεται σε ένα νέο πεδίο ανταγωνισμού. Οι χρεώσεις είναι μειωμένες στο μισό από εκείνες του ΟΤΕ. Ενα πακέτο double play ευρυζωνικής σύνδεσης οπτικής ίνας που φτάνει μέχρι το σπίτι (FTTH), ταχύτητας 1 Gbps, και μιας τηλεφωνικής σύνδεσης με απεριόριστη χρήση τηλεφωνίας προς εθνικά, σταθερά και κινητά η Nova το προσφέρει στα 33 ευρώ, όταν το αντίστοιχο πακέτο ο ΟΤΕ το προσφέρει στα 69,90 ευρώ. Επίσης, η Nova προσφέρει απεριόριστη χρήση κινητού (φωνής και δεδομένων) στα 33 ευρώ, εισάγοντας έτσι επίσημα στη χώρα μας τα πακέτα απεριόριστης χρήσης. Αν, τώρα, κάποιος πάρει και κινητή και σταθερή με απεριόριστη χρήση και μια σύνδεση Internet 1 Gbps, το κόστος του πακέτου των 66 ευρώ διατίθεται ακόμα χαμηλότερα, στα 60 ευρώ.
Προσιτές σε όλους
Πρόκειται αναμφίβολα για μια επίθεση τιμών της Nova, που φέρνει τον ανταγωνισμό στην ελληνική αγορά τηλεπικοινωνιών σε νέα επίπεδα. «Εγκαινιάζουμε ένα νέο κεφάλαιο για τον κλάδο στην Ελλάδα, προσφέροντας μέσα από τα νέα μας προϊόντα ό,τι καλύτερο διαθέτει σήμερα η τεχνολογία, σε τιμές που είναι προσιτές σε όλους», σχολίασε ο διυθύνων σύμβουλος της Nova, Παναγιώτης Γεωργιόπουλος. «Από σήμερα», πρόσθεσε το στέλεχος της Nova, «η απεριόριστη επικοινωνία και οι υψηλές ταχύτητες, ακόμα και στο 1 Gbps, είναι προσιτές, χωρίς ψιλά γράμματα και χρονικούς περιορισμούς».
Σε αυτά τα επίπεδα χρεώσεων, οι Ελληνες χρήστες και το ελληνικό Ιnternet, είτε μέσω σταθερού είτε μέσω κινητού δικτύου, δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από τις φθηνές χρεώσεις που προσφέρουν οι άλλες χώρες. Η Ελλάδα κατατάσσεται στις χώρες με χαμηλές χρεώσεις, ένας στόχος ο οποίος αποτελεί τόσο εθνική όσο και κοινοτική προτεραιότητα. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η χώρα έφτασε στην κοινωνία των gigabits που οραματίζονται κυβέρνηση και Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι πραγματικά χαμηλές χρεώσεις θα πρέπει να γίνουν κτήμα όλων των πολιτών και επιχειρήσεων, καθώς οι προσφορές της Nova ισχύουν μόνο για περιορισμένο αριθμό πελατών και εκεί που φτάνει το ιδιόκτητο δίκτυο οπτικών ινών. Η εταιρεία, όπως προαναφέρθηκε, έχει ξεκινήσει επενδυτικό πρόγραμμα ύψους τουλάχιστον 500 εκατ. ευρώ, με στόχο να φέρει οπτικές ίνες τα επόμενα χρόνια σε πάνω από 500.000 σπίτια και επιχειρήσεις. Εκεί τώρα παίζεται το μεγάλο στοίχημα και όχι στις χρεώσεις.
Δημοσιεύτηκε στο Secret των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 14/1