Η Ιταλία είναι σύμφωνα με οικονομολόγους η πιο ευάλωτη σε κρίση χρέους χώρα της ευρωζώνης καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αυξάνει τα επιτόκιά της και θα αγοράζει λιγότερα ομόλογα τους επόμενους μήνες.
Εννέα στους δέκα οικονομολόγους σε δημοσκόπηση των FT υπέδειξαν την Ιταλία ως τη χώρα της ευρωζώνης που «διατρέχει τον υψηλότερο κίνδυνο από ένα ξεπούλημα στις αγορές κρατικών ομολόγων της».
Η δεξιά κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι που ανέλαβε τα ηνία στην Ιταλία τον περασμένο Οκτώβριο δίνει έμφαση στην ανάπτυξη, προσπαθεί να ακολουθήσει έναν δρόμο δημοσιονομικής ορθότητας και προέβλεψε στον προϋπολογισμό μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος της χώρας από το 5,6% του ΑΠΕ τη χρονιά που έφυγε στο 4,5% για το 2023 και στο 3% για το 2024. Ωστόσο το κρατικό χρέος της Ιταλίας – λίγο πάνω από το 145% του ΑΕΠ – παραμένει από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της ιταλικής τράπεζας UniCredit, Μάρκο Βάλι, οι «υψηλότερες ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους» και η «δυνητικά δύσκολη» πολιτική κατάσταση καθιστούν την Ιταλία πιο ευάλωτη σε ένα ξεπούλημα στις αγορές ομολόγων.
Το κόστος δανεισμού της Ιταλίας έχει αυξηθεί δραστικά αφότου η ΕΚΤ άρχισε το περασμένο καλοκαίρι να αυξάνει τα επιτόκιά της με την απόδοση του ιταλικού δεκαετούς ομολόγου να ανεβαίνει την περασμένη εβδομάδα πάνω από το 4,6%, δηλαδή τετραπλάσιο σε σύγκριση με πριν από ένα χρόνο και κατά 2,% πάνω από την απόδοση του γερμανικού δεκαετούς ομολόγου.
Η πρωθυπουργός της Ιταλίας δήλωσε απογοητευμένη με την προθυμία της ΕΚΤ να συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια παρά τους κινδύνους για την ανάπτυξη και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. «Θα ήταν χρήσιμο εάν η ΕΚΤ χειριζόταν καλά την επικοινωνία της… διαφορετικά κινδυνεύει να μην προκαλέσει πανικό, αλλά διακυμάνσεις στην αγορά που ακυρώνουν τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι κυβερνήσεις», τόνισε ο Μελόνι την περασμένη εβδομάδα.
Η νέα ιταλική κυβέρνηση «έδωσε στους επενδυτές λίγους λόγους ανησυχίας προς το παρόν», δήλωσε η Βερόνικα Ροχάροβα, επικεφαλής των οικονομικών της ζώνης του ευρώ στην ελβετική τράπεζα Credit Suisse. «Αλλά οι ανησυχίες θα μπορούσαν να επανεμφανιστούν καθώς η ανάπτυξη επιβραδύνεται, τα επιτόκια αυξάνονται περαιτέρω και η έκδοση [χρέους] αυξάνεται ξανά», πρόσθεσε.