Την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ξεκινήσει ήδη τον πρώτο κύκλο των επίσηµων προεκλογικών του περιοδειών σε Αττική και περιφέρεια, στο Μέγαρο Μαξίµου εξακολουθούν να εξετάζουν όλα τα σενάρια σχετικά µε τον ακριβή χρόνο των δύο διαδοχικών εκλογικών αναµετρήσεων που έχει προαναγγείλει ο πρωθυπουργός.
Είναι σαφές ότι ο ίδιος εξακολουθεί να πορεύεται µε πυξίδα την προσεχή άνοιξη, ωστόσο το γεγονός ότι ο «γαλάζιος» µηχανισµός έχει πατήσει για τα καλά το «γκάζι» της προετοιµασίας για τις κάλπες, αλλά και µια σειρά αναλύσεων από τους επιτελείς του πρωθυπουργικού στρατηγείου κρατά µέχρι και σήµερα ορθάνοικτη την πόρτα ενός πιθανού αιφνιδιασµού.
Σε ό,τι αφορά την άνοιξη, το τοπίο είναι ξεκάθαρο. Οι Κυριακές από την 5η Μαρτίου µέχρι την 9η Απριλίου (Κυριακή των Βαΐων, προκειµένου να µην επηρεαστεί το Πάσχα) είναι ήδη στο τραπέζι του Κυριάκου Μητσοτάκη εδώ και πολύ καιρό, καθώς µε τον τρόπο αυτόν επιτυγχάνεται στον απόλυτο βαθµό ο στόχος για την αποφυγή της χρονικής σύνδεσης των διπλών εκλογών µε τις πανελλαδικές εξετάσεις και την έναρξη της τουριστικής περιόδου.
«Μέσα Απριλίου ή και νωρίτερα µπορούµε να έχουµε τελειώσει, ανάλογα µε τη διάρκεια της διαδικασίας των διερευνητικών εντολών», σηστηθεί προς τα τέλη Μαΐου, τότε οι επαναληπτικές εκλογές µοιραία θα φλερτάρουν µε την περίοδο της λήξης της συνταγµατικής θητείας της κυβέρνησης (τέλη Ιουνίου µε αρχές Ιουλίου).
Τα επιχειρήματα
Στην εξίσωση, ωστόσο, παραµένουν και οι εισηγήσεις για διενέργεια των εθνικών εκλογών µετά τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, που για µια µερίδα συνοµιλητών του πρωθυπουργού συνιστά την ιδανική επιλογή. Η συζήτηση αυτή εντάθηκε εσχάτως στα πολιτικά στέκια µε φόντο την περιβόητη αναφορά του πρωθυπουργού ότι το κλίµα στη χώρα «µυρίζει εκλογές», η οποία ουσιαστικά σηµατοδότησε την κλιµάκωση της προεκλογικής ρητορικής που άρχισε να αναπτύσσει από την πρόσφατη συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής της Ν.∆., όταν κήρυξε και επίσηµα την έναρξη της «γαλάζιας» εκστρατείας στον δρόµο προς τις κάλπες.
Κεντρικοί άξονες των επιχειρηµάτων που παρουσιάζουν οι εντός κι εκτός Μαξίµου υπέρµαχοι της άποψης για στήσιµο καλπών µε την είσοδο της νέας χρονιάς είναι αφενός η αξιοποίηση του «µοµέντουµ» που αποτυπώνουν οι τελευταίες δηµοσκοπήσεις, αφετέρου τα αχαρτογράφητα νερά της νέας απογραφής.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο σύνολο των µετρήσεων που διενεργήθηκαν για λογαριασµό των δελτίων ειδήσεων των καναλιών πανελλήνιας εµβέλειας την προηγούµενη εβδοµάδα η διαφορά µεταξύ Ν.∆. και ΣΥΡΙΖΑ κυµαινόταν µεταξύ 7% και 8%, ενώ ο Κυριάκος Μηµειώνει στα «Π» τακτικός συνοµιλητής του Κυριάκου Μητσοτάκη, αποτυπώνοντας το σκεπτικό της συγκεκριµένης προοπτικής.
Οικονομικό κλίμα
Από κει και πέρα και ανάλογα µε τις εξελίξεις εντός κι εκτός συνόρων και µε το γενικότερο οικονοµικό κλίµα που θα έχει διαµορφωθεί µέχρι τη στιγµή της λήψης των τελικών αποφάσεων, διατηρείται σε ισχύ το σενάριο τόσο του δεύτερου δεκαπενθηµέρου του Απριλίου όσο και αυτού του Μαΐου, που είχαν εξαρχής υποδείξει, εµµέσως πλην σαφώς, ο πρωθυπουργός και ορισµένοι κορυφαίοι υπουργοί.
Ωστόσο, σε αυτές τις περιπτώσεις ο κίνδυνος να συµπέσει η εκ προοιµίου σκληρή αντιπαράθεση, ενόψει της δεύτερης αναµέτρησης, µε την αγωνία των τελειοφοίτων που θα µάχονται για µια θέση στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση είναι, αν µη τι άλλο, ορατός. Στο ενδεχόµενο, λοιπόν, που η πρώτη κάλπη τσοτάκης εξακολουθούσε να διατηρεί µεγάλο προβάδισµα έναντι του Αλέξη Τσίπρα στον δείκτη καταλληλότητας για την πρωθυπουργία.
Ακρίβεια
Επιπλέον, το κυβερνών κόµµα κυριαρχούσε σε όλα τα ποιοτικά στοιχεία που αφορούν τη σύγκριση µε την αξιωµατική αντιπολίτευση για το σηµαντικότερο διακύβευµα ενόψει των εθνικών εκλογών, που δεν είναι άλλο από την αντιµετώπιση της ακρίβειας (και των παράλληλων δεικτών, όπως η ενεργειακή κρίση) και, σε δεύτερο επίπεδο, τη διαχείριση της έντασης µε την Τουρκία. Με αυτά τα δεδοµένα, επίλεκτα στελέχη του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος επιµένουν ότι δεν πρέπει να χαθεί άλλη µία θετική συγκυρία για την κυβέρνηση και να προκύψει ακόµα ένα πολιτικό ρίσκο εν µέσω διεθνούς ρευστότητας.
Προβλήματα
Στο πλαίσιο των προβληµατισµών για τη νέα απογραφή που εκφράζουν οι εισηγητές της προσφυγής στη λαϊκή ετυµηγορία µε την είσοδο του 2023 εντάσσεται τόσο η παράµετρος της αλλαγής των εσωκοµµατικών ισορροπιών την τελευταία στιγµή πριν από τη µάχη και η επιρροή της στο τελικό αποτέλεσµα όσο και αυτή των πρακτικής φύσεως ζητηµάτων που µπορούν να προκύψουν.
Με βάση, λοιπόν, τις αντίστοιχες αναλύσεις και µε δεδοµένο ότι από την 1η Μαρτίου και µετά οι εκλογές θα πρέπει να διεξαχθούν υποχρεωτικά µε τα στοιχεία της απογραφής του 2021, προκρίνεται από τους εν λόγω κύκλους η λύση του δεύτερου µισού του Ιανουαρίου για τις εκλογές µε απλή αναλογική (και µέχρι την Κυριακή 22 του µηνός, καθώς οποιαδήποτε άλλη καθυστέρηση θα δηµιουργούσε τον κίνδυνο να στηθεί η πρώτη κάλπη µε την παλιά απογραφή και η δεύτερη µε τη νέα), ώστε µέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου να καταστεί εφικτή η διενέργεια των εκλογών και µε την ενισχυµένη αναλογική.
Προϋπολογισμός
Αν επικρατήσουν οι συγκεκριµένες σκέψεις, τότε συµπεραίνει κανείς πως η τελευταία διαδικασία που θα κληθεί να ολοκληρώσει η παρούσα Βουλή θα είναι η ψήφιση του Προϋπολογισµού, για να µην υπάρξουν κενά στην οικονοµική πολιτική µεταξύ πρώτων και δεύτερων εκλογών. Μεγάλο «αγκάθι», βεβαίως, γενικώς για το διάστηµα µεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου δεν είναι άλλο από τον καιρό, οι διαθέσεις του οποίου είναι πολύ πιθανό να µην ευνοήσουν τους κυβερνητικούς σχεδιασµούς.
*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 3 Δεκεμβρίου 2022.