Στην αναθεωρημένη έκθεσή της για τις παγκόσμιες αγορές, η βρετανική εταιρεία εκτιμά ότι η πρόσφατη χρηματιστηριακή άνοδος, και κυρίως μετά τα ενθαρρυντικά στοιχεία για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ, θα ανατραπεί από τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Η Capital Economics επισημαίνει ότι ο S&P 500 βρίσκεται σχεδόν 10% υψηλότερα από τα πρόσφατα χαμηλά του, μετά την κατά 5,5% ανοδική αντίδραση της περασμένης Πέμπτης, που ήταν η καλύτερη ημερήσια επίδοση από το ράλι ανάκαμψης μετά την πτώση που προκάλεσε η πανδημία στις αρχές του 2020. Τονίζει, παράλληλα, ότι τα μεγάλα ημερήσια ράλι δεν είναι ασυνήθιστα κατά τη διάρκεια που τα χρηματιστήρια βρίσκονται σε bear market. Η άνοδος της περασμένης Πέμπτης ήταν η 15η καλύτερη ημερήσια επίδοση για τον S&P 500 από τα μέσα της δεκαετίας του ’60, όμως μερικές από τις καλύτερες ημερήσιες επιδόσεις καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και στις αρχές του 2020, πολύ πριν ο δείκτης φτάσει στα χαμηλά του.
Η θετική πλευρά και ο κίνδυνος για τις μετοχές
Σύμφωνα με την CE, υπάρχει και η θετική πλευρά. Αν ο πληθωρισμός συνεχίσει να υποχωρεί και φανεί το τέλος της νομισματικής σύσφιξης στον ορίζοντα, οι αντιξοότητες για τις αγορές μπορεί να αρχίσουν να εξασθενούν. Παρ’ όλα αυτά, η Fed είναι απίθανο να αλλάξει πορεία απλά και μόνο επειδή εμφανίστηκε μια ευνοϊκή μέτρηση για τον πληθωρισμό. Όμως αν ο πληθωρισμός συνεχίσει να πέφτει, κάτι που η CE εκτιμά ότι θα γίνει ταχύτερα απ’ ό,τι αναμένουν πολλοί, ο τόνος της Fed θα αρχίσει να αλλάζει και οι πραγματικές αποδόσεις θα υποχωρήσουν περαιτέρω, κάτι που θα δώσει νέα ώθηση στα χρηματιστήρια.
Ο πραγματικός κίνδυνος για τις μετοχές, σημειώνει η Capital Economics, δεν είναι ο πληθωρισμός, αλλά η ανάπτυξη και οι προοπτικές των επιχειρηματικών αποτελεσμάτων. Η βρετανική εταιρεία προβλέπει ότι η οικονομική ανάπτυξη θα απογοητεύσει τον επόμενο ένα χρόνο, με την αμερικανική οικονομία να υποχωρεί τελικά σε ήπια ύφεση και άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες να βλέπουν το ΑΕΠ τους να συρρικνώνεται. Αυτή την εξέλιξη δεν την έχουν προεξοφλήσει οι αγορές, κρίνοντας από τις προσδοκίες των αναλυτών για τα εταιρικά αποτελέσματα των επόμενων μηνών.
Οι αποτιμήσεις των μετοχών
Είναι αλήθεια, συνεχίζει η CE, ότι οι αποτιμήσεις των αμερικανικών μετοχών έχουν πέσει αρκετά, όπως η εμπειρία από πρόσφατες περιόδους ύφεσης στις ΗΠΑ λέει ότι ο λόγος τιμής προς εκτιμώμενα κέρδη για τον S&P 500 υποχώρησε λίγο περισσότερο κατά την έναρξη της ύφεσης, ακόμη κι αν ήταν ήδη χαμηλά εξαιτίας προηγούμενων αυξήσεων στα επιτόκια και παρά την πτώση στις πραγματικές αποδόσεις των ομολόγων.
Όλα αυτά υποδηλώνουν ότι η βιωσιμότητα του πρόσφατου χρηματιστηριακού ράλι εξαρτάται από τα στοιχεία που ανακοινώνονται για την οικονομική ανάπτυξη και τα εταιρικά κέρδη, τουλάχιστον το ίδιο που εξαρτάται και από τον πληθωρισμό. «Προς ώρας, εκτιμούμε ότι τα εταιρικά αποτελέσματα θα απογοητεύσουν και θα ρίξουν χαμηλότερα τα χρηματιστήρια», προσθέτει η CE και προβλέπει ότι ο S&P 500 θα υποχωρήσει στις 3.200 μονάδες στα μέσα του 2023, περίπου 20% χαμηλότερα από σήμερα, ενώ παρόμοια θα είναι και η πτώση άλλων μεγάλων χρηματιστηρίων.