Καθώς ο πληθωρισμός κινείται ψηλότερα, έρχεται πιο επιθετική σύσφιξη αυξάνοντας τους κινδύνους ύφεσης, αλλά η μεγαλύτερη πρόκληση της ευρωζώνης είναι η επανεμφάνιση των κινδύνων κατακερματισμού, προειδοποιεί η HSBC τονίζοντας πως η ευρωζώνη βρίσκεται για τα καλά στην ζώνη κινδύνου. Αν και δεν τοποθετεί την ύφεση στο βασικό της σενάριο, ωστόσο εάν υπάρξει διακοπή των εισροών ρωσικού φυσικού αερίου, οδηγώντας έτσι στην επιβολή δελτίου ενέργειας, η ύφεση θα είναι αναπόφευκτη και μεγάλη.
Αναλυτικότερα, ο κίνδυνος ύφεσης και/ή επίμονου πληθωρισμού εξακολουθεί να ρίχνει σκιά στις ευρωπαϊκές οικονομικές προοπτικές, όπως σημειώνει. Παρόλα αυτά, οι κεντρικές τράπεζες προβλέπουν ότι μπορούν να αυξήσουν τα επιτόκια – τα οποία θα παραμείνουν ακόμη και έτσι κοντά στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα – και να δαμάσουν τον ιστορικά υψηλό πληθωρισμό χωρίς μεγάλη αύξηση της ανεργίας. «Αν και δεν είμαστε τόσο αισιόδοξοι, πιστεύουμε ότι η ύφεση μπορεί να αποφευχθεί και ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί ουσιαστικά το επόμενο έτος», συμπληρώνει.
Αν και αυτό μπορεί να φαίνεται μια τολμηρή εκτίμηση υπό το πρίσμα της πρόσφατης εμπειρίας με τον πληθωρισμό, μια σειρά παραγόντων από τη δημοσιονομική στήριξη έως την ανθεκτική αγορά εργασίας σημαίνουν ότι μπορεί η οικονομία να την… «γλυτώσει» μπαίνοντας σε φάση στασιμότητας και όχι στασιμοπληθωρισμού. Αυτό το σκηνικό υπογραμμίζει ωστόσο και πάλι τις μεγάλες προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπη η ΕΚΤ, καθώς με τους κινδύνους κατακερματισμού να έχουν επανέλθει στην επιφάνεια, η ευρωζώνη παραμένει στην επικίνδυνη ζώνη.
Συνολικά, η HSBC προβλέπει ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα επιβραδυνθεί και θα παραμείνει σχεδόν στάσιμη το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους καθώς ο αντίκτυπος τόσο του υψηλού πληθωρισμού όσο και των αυστηρότερων πιστωτικών συνθηκών, θα αρχίσει να «δείχνει τα δόντια του».
Το βασικό αυτό σενάριο της HSBC βασίζεται σε μία ομαλή και σταδιακή μείωση των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου. Οι εισροές φυσικού αερίου από τη Ρωσία έχουν ήδη μειωθεί και είναι πιθανή μια ξαφνική διακοπή. Ωστόσο, εάν περιοριστούν περαιτέρω οι προμήθειες φυσικού αερίου, αυτό θα παρεμπόδιζε την προσπάθεια της Ευρώπης να ξαναγεμίσει τις αποθήκες φυσικού αερίου ενόψει του χειμώνα. Αυτό θα καθιστούσε την επιβολή δελτίου ενέργειας (τουλάχιστον για τη βιομηχανία) σχεδόν αναπόφευκτη, όπως προειδοποιεί η HSBC, κάτι που με τη σειρά του θα οδηγούσε σε βαθιά ύφεση την ευρωζώνη.
Στις 23 Ιουνίου, όπως εξηγεί, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε μια μετάβαση στο «βήμα συναγερμού» στο σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τις παραδόσεις φυσικού αερίου. Αυτό απαιτεί από τις εταιρείες φυσικού αερίου να υποστηρίζουν τις αρχές με αξιολόγηση της κατάστασης και να αναφέρουν τα σχέδια στην Επιτροπή της ΕΕ. Επιπλέον, δίνει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να επιτρέψει στις εταιρείες κοινής ωφέλειας να μετακυλήσουν αμέσως τυχόν πρόσθετο κόστος της προμήθειας φυσικού αερίου στους πελάτες τους, ακόμη και αν έχουν μακροπρόθεσμες συμβάσεις με (χαμηλότερες) σταθερές τιμές. Μέχρι στιγμής, η γερμανική κυβέρνηση δεν το έχει θεσπίσει, αλλά πιθανότατα θα ήταν το επόμενο βήμα κλιμάκωσης στην κρίση.
Ακόμη πιο επιζήμιο για τη γερμανική οικονομία θα ήταν μια μετάβαση στο (τρίτο και τελευταίο) «βήμα έκτακτης ανάγκης», που σημαίνει εφαρμογή δελτίου φυσικού αερίου στη Γερμανία. Σε αυτήν την περίπτωση, μόνο οι καθορισμένοι «προστατευμένοι πελάτες» (δηλαδή νοικοκυριά και υποδομές ζωτικής σημασίας) θα έχουν προνομιακή πρόσβαση σε προμήθειες φυσικού αερίου. Συνεπώς, αυτό αποκλείει σχεδόν όλους τους βιομηχανικούς πελάτες, οι οποίοι θα αναγκαστούν να μειώσουν την παραγωγή.
Με βάση πρόσφατες μελέτες από διάφορα ερευνητικά ιδρύματα, ο συνολικός αρνητικός αντίκτυπος του δελτίου στο γερμανικό ΑΕΠ πιθανότατα θα ήταν όντως σοβαρός. Δεδομένης της αβεβαιότητας, της πληθωριστικής πίεσης και της συνακόλουθης πτώσης τόσο των επιχειρηματικών όσο και των καταναλωτικών δαπανών, πιθανότατα θα ακολουθήσει βαθιά ευρωπαϊκή ύφεση. Μια πρόσφατη μελέτη της ΕΚΤ εντόπισε τον αντίκτυπο της μείωσης κατά 10% της προσφοράς φυσικού αερίου μέσω της παραγωγικής διαδικασίας και διαπίστωσε ότι θα μπορούσε να προκαλέσει πτώση 0,7% στην παραγωγή της ευρωζώνης. Όπως υπογραμμίζει η HSBC, οι δημοσιονομικές αρχές σε αυτή την περίπτωση δεν θα μπορούν να κάνουν πολλά για να αντισταθμίσουν τον πιθανό αντίκτυπο της απόλυτης έλλειψης φυσικού αερίου, εκτός από το να επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν (πιθανότατα ακόμη πιο γενναιόδωρα) προγράμματα βραχυπρόθεσμης εργασίας.