Η αρχή έγινε το 2015 όταν η «πρώτη φορά Αριστερά» αναλαμβάνοντας την εξουσία θεώρησε πως της ανήκει. Πέρασαν λίγο περισσότερο από τέσσερα χρόνια προσπαθειών του ΣΥΡΙΖΑ να ελέγξει τους αρμούς της εξουσίας και όταν οι Έλληνες πολίτες τον Ιούλιο του 2019 έδωσαν ισχυρή εντολή για τη διακυβέρνηση της χώρας στον Κυριάκο Μητσοτάκη, οι προσπάθειες αυτές έπεσαν στο κενό. Τώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ αναλώνεται σε μια ντροπιαστική αμφισβήτηση των θεσμών και των θεμελίων του πολιτεύματος. Με την ανοχή και των υπόλοιπων κομμάτων της αντιπολίτευσης ο ΣΥΡΙΖΑ αφήνεται ελεύθερος να στοχοποιεί το κοινοβουλευτικό έργο, τη Δικαιοσύνη, τους νόμους και τους κανόνες. Σε έναν κυκεώνα «πολακισμών» και δηλώσεων «εισόδου ημετέρων» στους κρατικούς θεσμούς, το «μεγαλύτερο σκάνδαλο της Μεταπολίτευσης», η σκευωρία της Novartis, ήταν το τελευταίο βέλος στη φαρέτρα τους. Τώρα, μαζί με τις κατασκευασμένες κατηγορίες, μπήκε και αυτό στο αρχείο.
Κανείς όμως δεν ζήτησε συγγνώμη για τα ψεύδη και τη λασπολογία, για τη δημοσιοποίηση καταθέσεων μαρτύρων πριν καν εκείνες δοθούν – αν, τελικά, δόθηκαν. Δεν στοχοποιήθηκαν όμως μόνο συγκεκριμένα πρόσωπα, όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης, ή μόνο το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, αλλά οι θεσμοί και η λειτουργία της δημοκρατίας. Και όσο ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει καθημερινά το ποιόν του, καλύπτοντας τέτοιες συμπεριφορές και δηλώσεις, η πολιτική των «ίσων αποστάσεων» του Κινήματος Αλλαγής – ή του ΠΑΣΟΚ ή και των δύο – οδηγεί σε αληθινά επικίνδυνα μονοπάτια για τη δημοκρατία.
Χαρακτηρίζοντας την εφαρμογή των κανόνων του κοινοβουλίου ως χουλιγκανισμό, βάζοντας στο ίδιο «τσουβάλι» τους τραμπουκισμούς με τον εντός κανόνων πολιτικό λόγο, το ΚΙΝΑΛ δεν βλάπτει την κυβέρνηση, αλλά τον εαυτό του. Οταν, όμως, δεν έχουν το θάρρος να μιλήσουν, τη στιγμή που και στελέχη του δικού τους χώρου διασύρθηκαν εξίσου άδικα και χυδαία, πώς πιστεύουν ότι θα υπάρξει η απαραίτητη κάθαρση; Πώς πιστεύουν ότι θα πείσουν τους πολίτες να τους εμπιστευτούν, όταν δεν βρίσκουν το θάρρος να καταγγείλουν τις μαφιόζικες επιθέσεις σε σπίτια δημόσιων λειτουργών, πολιτικών ή δημοσιογράφων; Φαίνεται ότι αρκετοί στο ΚΙΝΑΛ δεν έχουν ξεχάσει το «αγωνιστικό» τους παρελθόν στις καταλήψεις – και αυτό αποδεικνύεται με τη στάση τους στο ζήτημα της ασφάλειας των πανεπιστημίων. Αρνούνται τις λύσεις προτείνοντας ημίμετρα, αντιτιθέμενοι σε ένα πάγιο αίτημα της πανεπιστημιακής κοινότητας. Κλείνουν τα αφτιά τους στις απειλές προς καθηγητές και πρυτάνεις, ζητούν φύλαξη χωρίς φύλακες, ασφάλεια χωρίς κάποιον να την εγγυηθεί.
Η πραγματική πρόοδος περνά μέσα από τις βασικές αρχές της δημοκρατίας: ελευθερία και ασφάλεια. Είναι καιρός όλοι να σταματήσουν να σφυρίζουν αδιάφορα και να πάρουν θέση. Η σιωπή και η πολιτική των ίσων αποστάσεων σε ζητήματα λειτουργίας των θεσμών και εφαρμογής του νόμου βλάπτουν τη χώρα. Το 2022 δεν είναι ίδιο με το 2010 και οι πολίτες δεν χωρίζονται σε πλατείες. Οι πολίτες ζητούν τα αυτονόητα σε μια ευνομούμενη πολιτεία: προοπτική, πρόοδο, τήρηση των νόμων. Ζητούν να πάει η χώρα μπροστά και όχι πίσω.
Ο Παύλος Μαρινάκης είναι γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας
To άρθρο δημοσιεύεται στα Νέα