«H περαιτέρω ανάπτυξη της επαγγελματικής ασφάλισης θα αποφέρει νέα κεφαλαιακά αποθέματα στον 2ο πυλώνα που μπορεί να ξεπεράσουν το 10% του ΑΕΠ μακροχρόνια και σε ετήσια βάση ο τζίρος της οικονομίας μπορεί να είναι υψηλότερος έως και 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ» Σ΄αυτή την εκτίμηση καταλήγει η μελέτη του ΙΟΒΕ που παρουσιάστηκε χθες στο πλαίσιο εκδήλωσης της Ελληνικής Ένωσης Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΕΛ.Ε.Τ.Ε.Α).
Μιλώντας στην εκδήλωση που έγινε σε αίθουσα του Χρηματιστηρίου Αθηνών, ο Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κ. Πάνος Τσακλόγλου, επισήμανε ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει τη σημασία και τον κρίσιμο οικονομικό και κοινωνικό ρόλο που μπορεί να παίξει ο δεύτερος πυλώνας ασφάλισης, τόσο για την αύξηση των ποσοστών αναπλήρωσης του εισοδήματος των συνταξιούχων, όσο και για την αύξηση των αποταμιεύσεων που χρηματοδοτούν επενδύσεις προς όφελος της ελληνικής οικονομίας συνολικά.
Ο αρμόδιος υφυπουργός έδωσε έμφαση στην ενημέρωση των νέων εξαγγέλλοντας ότι το Υπουργείο Εργασίας επεξεργάζεται ένα νέο ρυθμιστικό πλαίσιο που θα προωθήσει την ανάπτυξη του θεσμού της Επαγγελματικής Ασφάλισης.
« H συγκυρία για την ανάπτυξη του δεύτερου πυλώνα είναι πολύ καλή- είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τσακλόγλου- Όμως δεν πρέπει να αφήσουμε τα πράγματα στον «αυτόματο πιλότο», αλλά εμείς οι ίδιοι να βάλουμε τα θεμέλια για υγιή και βιώσιμη ανάπτυξη του κλάδου. Η ανάπτυξη ενός τόσο σημαντικού θεσμού δεν μπορεί και δεν πρέπει να στηρίζεται σε εφήμερα φορολογικά κίνητρα αλλά σε αρχές, κανόνες, πραγματικές ανάγκες, δεσμούς εμπιστοσύνης και υψηλή ποιότητα υπηρεσιών προς τους ασφαλισμένους. Σε όλο τον κόσμο ο κανόνας είναι ότι τα Επαγγελματικά Ταμεία προσφέρουν κυρίως συμπληρωματικό μηνιαίο εισόδημα – δηλαδή, σύνταξη. Στην Ελλάδα, ο σχεδόν καθολικός κανόνας είναι η παροχή αποκλειστικά εφάπαξ. Νομίζω ότι αυτό θα πρέπει να μας προβληματίσει.»
Η μελέτη «Επαγγελματική Ασφάλιση στην Ελλάδα: Προκλήσεις και Προοπτικές» που εκπόνησε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών και παρουσιάστηκε από τον γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ και καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Νίκο Βέττα και τον και τον Επικεφαλής Τμήματος Διεθνών Μακροοικονομικών και Χρηματοοικονομικών ΙΟΒΕ κ. Γιώργο Γατόπουλο, περιγράφει τον θεσμό και τη λειτουργία του θεσμού στη χώρα μας συγκριτικά με τη διεθνή εμπειρία.
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη με την αύξηση των ΤΕΑ δημιουργείται όχι μόνο ένα νέο συμπληρωματικό πεδίο στον χώρο της ασφάλισης, αλλά παράλληλα και ένα πολύ μεγάλο χρηματοοικονομικό χαρτοφυλάκιο που θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει σε σημαντικό βαθμό την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αλλά και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας στον χώρο του εγχώριου asset management.
Ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις, επαγγελματικές ενώσεις και σύλλογοι εργαζομένων εξετάζουν το ενδεχόμενο δημιουργίας νέων ΤΕΑ, με τα οφέλη των εργαζομένων να είναι τριών ειδών και να προέρχονται:
-Από τις εισφορές των εργοδοτών τους (με στόχο τη διατηρησιμότητα των εργαζομένων και την παροχή κινήτρων παραγωγικότητας).
-Από την πλήρη φορολογική απαλλαγή των δικών τους εισφορών στα ΤΕΑ. Επιπλέον, πραγματοποιείται μια ολιστική ανάλυση του θεσμού τα 20 χρόνια λειτουργίας του, αναδεικνύοντας παράλληλα τα σημαντικά δυνητικά οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Οι παρεμβάσεις πολιτικής που προτείνονται αφορούν πέντε βασικούς στόχους:
– Στη διασφάλιση της επάρκειας των συνταξιοδοτικών παροχών
– Στη συμπληρωματικότητα μεταξύ των πυλώνων ασφάλισης
– Στην ανεξαρτησία των τριών πυλώνων
– Στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του καθεστώτος αδειοδότησης και εποπτείας των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών – Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΙΕΣΠ-ΤΕΑ)
– Στην παροχή κινήτρων για την ανάπτυξη της επαγγελματικής ασφάλισης.
Τα προτεινόμενα μέτρα πολιτικής επικεντρώνονται σε 4 άξονες:
– Ενίσχυση των φορέων εποπτείας μέσω της ενοποίησης ή με τη ταυτόχρονη σύσταση ενιαίου σημείου εισόδου (single entry point) και απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης των ΤΕΑ.
– Παρεμβάσεις σε θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των ΤΕΑ για την παροχή ευελιξίας, συμπεριλαμβάνοντας τη ευκολότερη ίδρυση και πολύ-εργοδοτικών ΙΕΣΠ-ΤΕΑ
– Οικονομικά κίνητρα σε ασφαλισμένους και εργοδότες για την τόνωση του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης –όπως σύμφωνα με τις διεθνείς πρακτικές, η παροχή φορολογικών κινήτρων ως προς τις εφάπαξ συνταξιοδοτικές παροχές, αλλά σε συνδυασμό με την εφαρμογή καθολικών, θεσμικά κατοχυρωμένων ορίων.
– Στοχευμένες διευρυμένες παρεμβάσεις για την τόνωση της συμπληρωματικότητας στο πλαίσιο του μοντέλου των τριών πυλώνων, καθώς και με την τόνωση της εγχώριας κεφαλαιαγοράς.
Όσον αφορά στα αποτελέσματα της μακροοικονομικής ανάλυσης καταδεικνύουν ότι η ανάπτυξη του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης στην Ελλάδα μπορεί να οδηγήσει στη συσσώρευση σημαντικών επενδύσεων και ενίσχυση του ΑΕΠ. Μέρος αυτών των νέων επενδύσεων είναι εγχώριες επενδύσεις που τονώνουν την εγχώρια ζήτηση, αλλά κυρίως ενισχύουν την παραγωγικότητα.
Ο πρόεδρος της ΕΛ.Ε.Τ.Ε.Α κ. Χρήστος Νούνης, υπογράμμισε το ρόλο της Ένωσης στη διάδοση του θεσμού και το ευρύ φάσμα δράσεων που πραγματοποιούνται. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ταχεία ανάπτυξη του θεσμού την τελευταία 5ετία και στην ανάγκη για ουσιαστικές στοχευμένες παρεμβάσεις για την περαιτέρω ανάπτυξη του θεσμού. Τόνισε κλείνοντας ότι η κεφαλαιοποίηση πλέον αποτελεί τη νέα Αναγκαιότητα, για τη χώρα μας, δεδομένων των δημογραφικών πιέσεων και της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και των σημαντικών εθνικών δημοσιονομικών περιορισμών. Επομένως, η θεσμοθέτηση της δυνατότητας σύστασης “πολύ-εργοδοτικών” ΤΕΑ και η παροχή ισχυρών κινήτρων για μακροχρόνια αποταμίευση που προτείνονται στη μελέτη, φαίνεται να αποτελούν τον ασφαλή εμπειρικά δρόμο προς ένα καλύτερο και βιώσιμο ασφαλιστικό μέλλον.
Ακολούθως, οι εκπρόσωποι του ΙΟΒΕ κκ. Βέττας και Γατόπουλος που παρουσίασαν τα αποτελέσματα της μελέτης, τόνισαν:
Ο θεσμός, παρά την συστηματική ανάπτυξή του τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχει μεγάλα περιθώρια εξάπλωσης, καθώς παραμένει πολύ λιγότερο διαδεδομένoς από ότι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Tην περίοδο 2004-2021 ο αριθμός των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ) εξαπλασιάστηκε, αλλά παραμένει χαμηλή η διείσδυση και μικρό το μέγεθός τους στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Έτσι, το συνολικό ενεργητικό των ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης αντιστοιχεί σε μόλις 0,1% του ΑΕΠ, καταγράφοντας υστέρηση σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης.
Μεταξύ των εμποδίων που, σε βάθος χρόνου, περιόρισαν την ανάπτυξη του θεσμού στην Ελλάδα, η μελέτη αναδεικνύει τον ιστορικά γενναιόδωρο πρώτο δημόσιο πυλώνα ασφάλισης με υψηλά προ-κρίσης ποσοστά αναπλήρωσης, την κάλυψη ελλειμμάτων από τον κρατικό προϋπολογισμό και τη χαμηλή εμπιστοσύνη σε συμπληρωματικούς θεσμούς ασφάλισης. Ταυτόχρονα, τονίζεται ότι η ίδια η δομή της ελληνικής οικονομίας αποτέλεσε τροχοπέδη, εξαιτίας, μεταξύ άλλων, του μικρού μεγέθους των επιχειρήσεων, των υψηλών ποσοστών μη εξαρτημένης εργασίας, των χαμηλών ποσοστών αποταμίευσης, του υψηλού φορολογικού βάρους της εργασίας και της χαμηλής εμπιστοσύνης των νοικοκυριών προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα. ροκειμένου να αμβλυνθούν οι παραπάνω αγκυλώσεις και να αξιοποιηθούν οι προοπτικές εξάπλωσης του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης, προτείνονται μέτρα πολιτικής σε τέσσερεις άξονες: (α) στην κατεύθυνση της ενοποίησης, ενίσχυσης των φορέων εποπτείας και απλοποίησης των διαδικασιών δανειοδότησης των ταμείων επαγγελματικής ασφάλισης, (β)παρεμβάσεις σε θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των ταμείων στην κατεύθυνση ενός περισσότερο ευέλικτου οργανωτικού σχήματος, συμπεριλαμβάνοντας τη δυνατότητα ίδρυσης πολύ-εργοδοτικών ταμείων, (γ) οικονομικά κίνητρα σε ασφαλισμένους και εργοδότες που θα επιτρέπουν την υγιή και βιώσιμη ανάπτυξη της επαγγελματικής ασφάλισης σε ένα σταθερό και διαφανές φορολογικό πλαίσιο – ενδεικτικά, σε αντιστοιχία με τις διεθνείς πρακτικές, προτείνεται να διατηρηθούν σημαντικά φορολογικά κίνητρα ως προς τις εφάπαξ συνταξιοδοτικές παροχές, αλλά σε συνδυασμό με την εφαρμογή καθολικών ορίων, (δ) ευρύτερες παρεμβάσεις πέρα από την επαγγελματική ασφάλιση, που αφορούν την τόνωση της συμπληρωματικότητας αυτής με τον πρώτο και τον τρίτο πυλώνα ασφάλισης, καθώς και με την τόνωση της εγχώριας κεφαλαιαγοράς.
Η αποτελεσματικότητα των μέτρων εξαρτάται από τον υψηλό βαθμό αλληλεξάρτησης μεταξύ τους. Για τον λόγο αυτό, οι προτεινόμενες παρεμβάσεις κρίνεται σκόπιμο να εφαρμοστούν με τρόπο συγχρονισμένο και όχι αποσπασματικό.
Βασικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι η επαγγελματική ασφάλιση μπορεί να παίξει ρόλο αναπτυξιακού μοχλού στην ελληνική οικονομία, ενώ ταυτόχρονα να ενισχύσει την αποταμιευτική συνείδηση των νοικοκυριών, να βελτιώσει τα κίνητρα για εργασία και να συμβάλει στην καλύτερη διασπορά του ευρύτερου ασφαλιστικού κινδύνου. Όπως εκτιμάται από τη μελέτη, η ενίσχυση της συνταξιοδοτικής αποταμίευσης μέσα από την επαγγελματική ασφάλιση θα οδηγήσει σε βελτίωση της παραγωγικής υποδομής της οικονομίας, σε αύξηση της παραγωγικότητας και του ΑΕΠ. Ενδεικτικά, υπό προϋποθέσεις δημιουργείται προοπτική για νέα κεφαλαιακά αποθέματα που μπορεί να ξεπεράσουν τα €20 δισεκ. μακροχρόνια, σε πραγματικούς σημερινούς όρους. Αντίστοιχα, εκτιμάται ότι το ΑΕΠ μπορεί να είναι υψηλότερο κατά μέσο όρο κατά περίπου €1,0 δισεκ. ετησίως σε βάθος 40-ετίας, σε πραγματικούς σημερινούς όρους (Διάγραμμα 2). Οι άμεσες αυτές επιδράσεις αναμένονται μεγαλύτερες όσο ευρύτερη είναι η κάλυψη του εργατικού δυναμικού από επαγγελματική ασφάλιση και όσο μεγαλύτερης διάρκειας είναι η ασφάλιση αυτή.
Οι παρεμβάσεις αναμένεται να έχουν επίσης δευτερογενή μακροοικονομικά οφέλη, μέσα από την ενδυνάμωση της εγχώριας αποταμίευσης και κεφαλαιαγοράς, καθώς και του ευρύτερου κλάδου των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Πέραν των σημαντικών μακροοικονομικών επιδράσεων, η μεταρρύθμιση αναμένεται να έχει θετική επίδραση και στα κίνητρα των νοικοκυριών να συμμετέχουν στην επίσημη αγορά εργασίας. Η απτή σύνδεση των εισφορών με σωρευμένο κεφάλαιο σε προσωπικό λογαριασμό μπορεί επίσης να ενισχύσει τα κίνητρα των εργαζομένων να επεκτείνουν τη διάρκεια του επίσημου εργασιακού τους βίου, να προάγει το επίπεδο των χρηματοοικονομικών γνώσεων των νοικοκυριών και να τονώσει την εμπιστοσύνη των εργαζομένων έναντι του ασφαλιστικού συστήματος συνολικά.
Στην εκδήλωση μίλησαν επίσης η Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κυρία Βασιλική Λαζαράκου, ο Διευθύνων Σύμβουλος Ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών κ. Σωκράτης Λαζαρίδης και ο Πρόεδρος της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών κ. Κρις Αίσωπος.