Quantcast

Κρούγκμαν: Είτε το πιστεύετε, είτε όχι, η Ελλάδα συνέτριψε την καμπύλη του κορωνοϊού

ΘΕΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΟΜΠΕΛΙΣΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟ

Θετικά σχόλια για την Ελλάδα σχετικά με τον τρόπο που διαχειρίστηκε την κρίση του κορωνοϊού κάνει μέσω του άρθρου του στους New York Times o νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, ο οποίος στο παρελθόν υπήρξε ιδιαίτερα επικριτικός απέναντι στη χώρα μας με αφορμή την οικονομική κρίση υποστηρίζοντας ακόμη και ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να βγει από την Ευρωζώνη. 

Ασκώντας κριτική στην κυβέρνηση Τραμπ ο Κρούγκμαν αναφέρεται και σε χώρες που κατάφεραν να συντρίψουν την καμπύλη γράφοντας χαρακτηριστικά «πως η συντριβή της καμπύλης δεν είναι εύκολη αλλά είναι πολύ πιθανή. Στην ουσία πολλές άλλες χώρες, από τη Νότια Κορέα μέχρι τη Νέα Ζηλανδία και μέχρι και, είτε το πιστεύετε είτε όχι, την Ελλάδα, το έχουν ήδη καταφέρει».

Το άρθρο φέρει τον τίτλο «πώς να δημιουργήσεις μια ύφεση εξαιτίας μιας πανδημίας» και μεταξύ άλλων ο Κρούγκμαν κάνει αναφορά στα τελευταία ποσοστά ανεργίας στις ΗΠΑ σημειώνοντας ότι ο Αμερικανός πρόεδρος και οι συνεργάτες του κάνουν ό,τι μπορούν για να καταστήσουν ακόμα μια πιθανή μια ύφεση πλήρους κλίμακας. Ο αρθρογράφος δεν παραλείπει πάντως να κάνει αναφορά και στην Ελλάδα σε 

«Ένα ποσοστό ανεργίας 14,7% είναι πολύ φρικτό, αλλά το γραφείο ερασιακών στατιστικών των ΗΠΑ συμπεριέλαβε σημείωμα που υποδεικνύει ότι οι τεχνικές δυσκολίες είχαν σαν αποτέλεσμα να υποτιμηθεί η πραγματική ανεργία κατά σχεδόν πέντε ποσοστιαίες μονάδες. Εάν αυτό είναι αλήθεια, έχουμε σήμερα ποσοστό ανεργίας περίπου 20%, το οποίο θα ήταν το υψηλότερο από όλα αν εξαιρέσει κανείς τα δύο χειρότερα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης. Το ερώτημα τώρα είναι πόσο γρήγορα μπορούμε να ανακάμψουμε», σημειώνει ο αρθρογράφος. 

Συνεχίζει λέγοντας πως «εάν μπορούσαμε να ελέγξουμε τον κορωνοϊό, η ανάκαμψη θα μπορούσε πράγματι να είναι πολύ γρήγορη. Είναι αλήθεια ότι η ανάκαμψη από την οικονομική κρίση του 2008 χρειάστηκε πολύ χρόνο, αλλά αυτό είχε να κάνει με προβλήματα που είχαν συσσωρευτεί κατά τη διάρκεια της “φούσκας” ακινήτων, ιδίως με ένα άνευ προηγουμένου επίπεδο χρέους των νοικοκυριών. Δεν φαίνεται να υπάρχουν συγκρίσιμα προβλήματα τώρα. Όμως, ο έλεγχος του ιού δεν σημαίνει “ισοπέδωση της καμπύλης”, το οποίο, παρεμπιπτόντως, κάναμε – καταφέραμε να επιβραδύνουμε την εξάπλωση του COVID-19 αρκετά ώστε τα νοσοκομεία μας να μην κατακλύζονται. Σημαίνει να σπάσουμε την καμπύλη: να μειώσουμε τον αριθμό των μολυσμένων Αμερικανών και, στη συνέχεια, να διατηρήσουμε ένα υψηλό επίπεδο τεστ για να εντοπίσουμε γρήγορα νέες περιπτώσεις, σε συνδυασμό με την ανίχνευση επαφών, ώστε να θέσουμε σε καραντίνα όσους μπορεί να έχουν εκτεθεί».

Αναφερόμενος στην περίπτωση της Ελλάδας γράφει πως «η συντριβή της καμπύλης δεν είναι εύκολη αλλά είναι πολύ πιθανή. Στην ουσία πολλές άλλες χώρες, από τη Νότια Κορέα μέχρι τη Νέα Ζηλανδία και μέχρι και, είτε το πιστεύετε είτε όχι, την Ελλάδα, το έχουν ήδη καταφέρει.

Συμπληρώνει δε πως «η μείωση του ποσοστού μόλυνσης ήταν πολύ πιο εύκολη για τις χώρες που ενήργησαν γρήγορα για να περιορίσουν τον κορωνοϊό, ενώ το ποσοστό ήταν ακόμα χαμηλό, αντί να περάσουν πολλές εβδομάδες στην άρνηση. Αλλά ακόμη και μέρη με σοβαρές εστίες μπορούν να μειώσουν τον αριθμό τους εάν παραμείνουν προσηλωμένα στον στόχο τους. Σκεφτείτε τη Νέα Υόρκη, το αρχικό επίκεντρο της πανδημίας των ΗΠΑ, όπου ο αριθμός των νέων καθημερινών περιστατικών και θανάτων αποτελεί μόνο ένα μικρό κλάσμα από αυτό που ήταν πριν από μερικές εβδομάδες. Αλλά για να γίνει αυτό θα πρέπει κανείς να μείνει προσηλωμένος στον στόχο και αυτό δεν είναι κάτι που θέλει να κάνει ο Τραμπ και η παρέα του».

Οπως εξηγεί «για κάποιο διάστημα φαινόταν ότι η κυβέρνηση Τραμπ ήταν επιτέλους πρόθυμη να πάρει στα σοβαρά το COVID-19. Στα μέσα Μαρτίου η κυβέρνηση εισήγαγε οδηγίες κοινωνικής αποστασιοποίησης, αν και χωρίς να επιβάλει ουσιαστικά ομοσπονδιακούς κανονισμούς.

Αλλά τον τελευταίο καιρό το μόνο που ακούμε από τον Λευκό Οίκο είναι ότι πρέπει να ανοίξουμε ξανά την οικονομία, παρόλο που δεν είμαστε πουθενά κοντά στο σημείο που πρέπει να το κάνουμε χωρίς να διακινδυνεύσουμε ένα δεύτερο κύμα μολύνσεων».