Σταϊκούρας: Οι τράπεζες δίνουν αλλά όχι στην «επιθυμητή ένταση και έκταση»

«Η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο financing gap , το οποίο φθάνει το 14%, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 4%. Επίσης, το 22% των αιτήσεων για δάνειο που υποβάλλουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα απορρίπτεται, ενώ το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό είναι 8%»

Κριτική προς το ελληνικό τραπεζικό σύστημα σε σχέση με την παροχή ρευστότητας, κυρίως σε ό,τι αφορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις άσκησε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.

Κατά την ομιλία του στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, ο ίδιος ανέφερε ότι οι τράπεζες διοχετεύουν ρευστότητα στην ελληνική οικονομία, αλλά όχι στην «επιθυμητή ένταση και έκταση».

Μάλιστα, ο ίδιος παρέθεσε και στοιχεία για να υποστηρίξει την άποψή του. Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την προσβασιμότητα των επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό, διαπιστώνεται πρόβλημα χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Όπως σημείωσε ο υπουργός «Μεταξύ άλλων ευρημάτων, η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο financing gap (δηλαδή, τη διαφορά μεταξύ της ζήτησης για νέα δάνεια και της προσφοράς τους από τις τράπεζες), το οποίο φθάνει το 14%, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 4%. Επίσης, το 22% των αιτήσεων για δάνειο που υποβάλλουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα απορρίπτεται, ενώ το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό είναι 8%».

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος, η αναλογία χορηγήσεων δανείων σε μεγάλες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις «γέρνει» – σταθερά – προς τις μεγάλες, αν και η σχέση τείνει να βελτιωθεί.

Συγκεκριμένα, ο ετήσιος ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τις μεγάλες επιχειρήσεις επιταχύνθηκε κατά 10,8% το πρώτο τετράμηνο του 2021, και για τις μικρομεσαίες κατά 7,4%.

Το μερίδιο των δανείων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στη σωρευτική ακαθάριστη ροή δανείων, αυξήθηκε στο 44% το πρώτο τετράμηνο του έτους, από 37% το 2020 και 41% το 2019.

 

Εντονότερο το πρόβλημα στην Ελλάδα

Επίσης, τόνισε πως «σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, ως απάντηση στην επιστολή μου, το σύνολο των νέων εκταμιεύσεων προς τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως τζίρου, ανέρχεται στα 11,2 δισ. ευρώ το 1ο οκτάμηνο του έτους. Ειδικά προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με κύκλο εργασιών έως 50 εκατ. ευρώ, οι χορηγήσεις διαμορφώνονται στα 3,3 δισ. ευρώ από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο του 2021.Εκ των οποίων, 1,2 δισ. ευρώ σε επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο μέχρι 500.000 ευρώ».

Συνεπώς, ανέφερε συμπερασματικά, «η πραγματικότητα είναι, και σχετικές έρευνες επιβεβαιώνουν, ότι οι τράπεζες διοχετεύουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.Όχι όμως στην επιθυμητή ένταση και έκταση, ειδικά στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με σχετικά και συγκριτικά υψηλότερο κόστος δανεισμού».

Ο κ. Σταϊκούρας σημείωσε ότι το πρόβλημα δεν εμφανίζεται μόνο στη Ελλάδα, «Αλλά είναι εντονότερο στη χώρα μας. Και πρέπει όλοι μας να συμβάλλουμε στην αντιμετώπισή του, με ρεαλισμό και υπευθυνότητα. Κυρίως το τραπεζικό σύστημα, το οποίο διαθέτει – πλέον – καλύτερη ποιότητα ενεργητικού, φθηνή χρηματοδότηση από τις αγορές και το Ευρωσύστημα, και αυξημένες καταθέσεις».

 

Τι πρέπει να γίνει

Αναφορικά με το τι πρέπει να γίνει, ο υπουργός ανέφερε τα εξής:

-Η αύξηση της πιστωτικής επέκτασης δεν θα πρέπει να συνοδεύεται από τη δημιουργία μιας νέας γενιάς «κόκκινων» δανείων. Ούτε να υποσκάπτει την αναγκαία κουλτούρα πληρωμών.

-Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να προετοιμαστούν καλύτερα, ώστε να εντοπίζουν περισσότερες βιώσιμες ή δυνητικά βιώσιμες επιχειρήσεις, ενσωματώνοντας και το πλαίσιο ρυθμίσεων οφειλών τους, διευρύνοντας την περίμετρο των δικαιούχων πιστώσεων.Πρέπει συνεπώς τα πιστωτικά ιδρύματα, χωρίς να αγνοούν τους ευρωπαϊκούς κανόνες, να προσαρμόσουν τα πιστωτικά κριτήρια στις προοπτικές των επιχειρήσεων και της χώρας.

-Πρέπει να αναβαθμίσουν το σύστημα συλλογής πληροφοριών και δεδομένων, ποσοτικών και ποιοτικών, προκειμένου να είναι σε θέση να αναλύουν, σε μεγαλύτερο βάθος, τις ελληνικές επιχειρήσεις, να εντοπίζουν περισσότερες βιώσιμες επιχειρήσεις και να τιμολογούν τον πιστωτικό κίνδυνο με μεγαλύτερη ακρίβεια. Ώστε να μειωθεί και το – πράγματι – υψηλό κόστος δανεισμού, το οποίο διατηρεί υψηλό, ιδιαίτερα σε σύγκριση με άλλες χώρες, το καθαρό επιτοκιακό έσοδο (net interest income) των τραπεζών.

-Θα πρέπει οι διαχειριστές, που πλέον κατέχουν μεγάλο όγκο «κόκκινων» δανείων, να ενεργοποιηθούν στην κατεύθυνση δημιουργίας επιλέξιμων για δανειοδότηση επιχειρήσεων.

-Θα πρέπει να αναπτυχθεί η συμβουλευτική, τόσο από τις τράπεζες όσο και από επιμελητήρια και φορείς της αγοράς, ώστε να καταρτιστούν ταχύτερα, περισσότερα επιλέξιμα επιχειρηματικά σχέδια, στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.